Άρθρο κριτικής στη θέση του ΚΚΕ για το Παλαιστινιακό ζήτημα από τον Χόρχε Μαρτίν, μέλος της Διεθνούς Γραμματείας της IMT.
[Source]
Όπως και με τον πόλεμο στην Ουκρανία, τα διάφορα κομμουνιστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο έχουν λάβει διαφορετικές ακόμη και αντίθετες θέσεις σχετικά με το συνεχιζόμενο λουτρό αίματος του Ισραήλ στη Γάζα μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου. To KKE κράτησε μία στάση αρχών υπερασπιζόμενο τον αγώνα του παλαιστινιακού λαού, σε αντιδιαστολή με άλλα κομμουνιστικά κόμματα, τα οποία υπέκυψαν στην πίεση της αστικής κοινής γνώμης. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές πτυχές της θέσης του ΚΚΕ για το Παλαιστινιακό ζήτημα με τις οποίες διαφωνούμε και πιστεύουμε ότι έρχονται σε αντίθεση με μία σωστή κομμουνιστική θέση.
Ορισμένα κομμουνιστικά κόμματα έχουν πάρει μια εντελώς εσφαλμένη θέση. Έτσι, σε μια εποχή που οι ισραηλινές βόμβες πέφτουν βροχή στη Γάζα, σκοτώνοντας χιλιάδες πολίτες και ισοπεδώνοντας σπίτια και υποδομές, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και ο ηγέτης του Φαμπιέν Ρουσέλ αποφάσισαν ότι είναι η ώρα να συμμετάσχουν στη χορωδία της άρχουσας τάξης για την καταδίκη… όχι του Ισραήλ, αλλά του ηγέτη της Ανυπότακτης Γαλλίας, Μελανσόν. Και για ποιο λόγο; Γιατί δεν έχει υποκύψει στις απαιτήσεις της άρχουσας τάξης που ζητά κάθε σχόλιο για την κατάσταση στη Γάζα ότι θα πρέπει να ξεκινά με την καταδίκη της Χαμάς ως «τρομοκρατικής» οργάνωσης.
Ομοίως, το Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστρίας επιμένει να εξισώνει τους καταπιεσμένους και τους καταπιεστές σε αυτή τη σύγκρουση απέχοντας από το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη και παραμένοντας σε μεγάλο βαθμό σιωπηλό ως προς το ζήτημα. Έχουν ενδώσει στην πίεση της αστικής κοινής γνώμης που δαιμονοποιεί την αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό ως απόλυτη υποστήριξη στη Χαμάς: μια συκοφαντία που είναι ιδιαίτερα έντονη στις γερμανόφωνες χώρες. Αυτό οδήγησε σε αντιδράσεις στις γραμμές του κόμματος, ιδιαίτερα στην οργάνωση νεολαίας, η οποία σωστά προσπαθεί να αντιπαρατεθεί στην κομματική γραμμή σε αυτό το ζήτημα.
Ως λενινιστές, καταλαβαίνουμε ότι η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να διαχωριστεί από την εσωτερική πολιτική. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι εκείνα τα κομμουνιστικά κόμματα που έχουν μια σοσιαλδημοκρατική πολιτική στο εσωτερικό, μια πολιτική διαχείρισης της κρίσης του καπιταλισμού και δεν παλεύουν για την ανατροπή του, έχουν μια σοσιαλσοβινιστική ή στην καλύτερη περίπτωση μια μικροαστική ειρηνιστική-πασιφιστική θέση στο εξωτερικό.
Έτσι, πολλά κομμουνιστικά κόμματα έχουν καταλήξει σε μια θέση που ουσιαστικά ισοδυναμεί με εκκλήσεις προς τη «διεθνή κοινότητα» και τους διεθνείς θεσμούς να ασκήσουν πίεση στο Ισραήλ για να σεβαστεί το «διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο» κ.λπ. Αντίθετα, ο Λένιν ήταν καυστικός για τον ρόλο της Κοινωνίας των Εθνών, του προκατόχου θεσμού του ΟΗΕ, την οποία χαρακτήρισε ως «φωλιά ληστών».
Ο ρόλος των κομμουνιστών δεν είναι να σπέρνουν ψευδαισθήσεις για τον ΟΗΕ, ο οποίος έχει εγκρίνει αμέτρητα ψηφίσματα για την Παλαιστίνη εδώ και δεκαετίες, όλα στην καλύτερη περίπτωση άχρηστα, αλλά να εξηγούν πως το «διεθνές δίκαιο» και οι «διεθνείς κανόνες» είναι μια απάτη, σχεδιασμένη για να εξαπατά τους εργαζόμενους και να συσκοτίζει την πραγματική φύση της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων.
Η θέση του ΚΚΕ
Αξίζει λοιπόν να εξεταστεί η θέση του ΚΚΕ, που ξεχωρίζει από πολλά άλλα κομμουνιστικά κόμματα. Στις 9 Οκτωβρίου, το κόμμα εξέδωσε μια αιχμηρή δήλωση, με σαφή πολιτική γραμμή, καταδικάζοντας «την πολυετή κατοχή του ισραηλινού κράτους και τα εγκλήματα που διαπράττει συστηματικά κατά του παλαιστινιακού λαού». Καταδικάζει «την υποστήριξη των ΗΠΑ, της ΕΕ και των συμμάχων τους» στα εγκλήματα του Ισραήλ· καταγγέλλοντας τη συνενοχή της δικής του κυβέρνησης στην Ελλάδα και προσφέροντας ξεκάθαρη αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό αγώνα:
«Ο παλαιστινιακός λαός έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του και χρειάζεται μεγαλύτερη λαϊκή υποστήριξη και αλληλεγγύη για να συνεχίσει τον αγώνα του για τον τερματισμό της ισραηλινής κατοχής» (Ο παλαιστινιακός λαός έχει δικαίωμα να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του και χρειάζεται μεγαλύτερη λαϊκή στήριξη και αλληλεγγύη – Γραφείο Τύπου του ΚΚΕ, 9 Οκτωβρίου).
Το ΚΚΕ και η οργάνωση νεολαίας του (ΚΝΕ) έχουν παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στο κίνημα αλληλεγγύης της Παλαιστίνης και δεν έχουν υποκύψει στην πίεση της αστικής κοινής γνώμης. Συμφωνούμε απόλυτα με αυτή τη θέση και το ΚΚΕ πρέπει να επαινεθεί που κράτησε μία συνεπή θέση ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την ίδια του την άρχουσα τάξη.
Ωστόσο, θεωρούμε επίσης ότι η πολιτική και στρατηγική θέση που υιοθέτησε το ΚΚΕ σχετικά με τη σύγκρουση Παλαιστίνης-Ισραήλ έχει αρκετές ελλείψεις. Είναι καθήκον των κομμουνιστών να προβάλλουν τις διαφορές απόψεων με συντροφικό τρόπο και να τις συζητούν. Στην εποχή του Λένιν, αυτός ήταν ο κανόνας. Διεξήγαγε πολύ αιχμηρές πολεμικές αντιπαραθέσεις με τους πιο κοντινούς του συντρόφους, καθώς θεωρούσε τη θεωρητική σαφήνεια υψίστης σημασίας.
Οι κύριες διαφωνίες που έχουμε με το ΚΚΕ είναι οι εξής: η υποστήριξή του στη λύση των δύο κρατών, η έλλειψη σοσιαλιστικού προγράμματος για την Παλαιστίνη και η ασαφής θέση του σχετικά με την υποστήριξη του Στάλιν στη διχοτόμηση της Παλαιστίνης το 1947/48.
Λύση δύο κρατών;
Το πρώτο σημείο που θα θέλαμε να θίξουμε είναι αυτό που το ΚΚΕ ισχυρίζεται ότι είναι ο στόχος του παλαιστινιακού αγώνα: «να συνεχίσουν τον αγώνα τους για τον τερματισμό της ισραηλινής κατοχής, για ένα ανεξάρτητο κράτος στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ» (ΚΚΕ, δήλωση 9 Οκτωβρίου).
Δηλαδή, το ΚΚΕ υπερασπίζεται ξεκάθαρα τη λύση δύο κρατών στη βάση των συνόρων του 1967, δηλαδή ένα παλαιστινιακό κράτος πλάι σε ένα ισραηλινό κράτος. Αυτό τονίζεται σε ένα άλλο, μεγαλύτερο άρθρο του Γιώργου Μαρίνου, μέλους του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος στις 20 Οκτωβρίου 2023:
«Το ΚΚΕ αδιαμφισβήτητα, με ευθύνη και κριτήριο τον κοινό αγώνα των λαών, στέκεται αποφασιστικά στο πλευρό των Παλαιστινίων και αγωνίζεται για το τέλος της ισραηλινής κατοχής, για ένα ανεξάρτητο, ενωμένο και βιώσιμο Παλαιστινιακό κράτος, δίπλα στο Ισραήλ, στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, για την επιστροφή των προσφύγων και την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές» («Εντατικοποίηση του αγώνα για τον τερματισμό της ισραηλινής κατοχής – Αλληλεγγύη στον Παλαιστινιακό λαό», υπογράμμιση δική μας).
Τη θέση επαναλαμβάνει σε άρθρο του ο γενικός γραμματέας του κόμματος Δημήτρης Κουτσούμπας στην επίσημη εφημερίδα του κόμματος Ριζοσπάστης (20-21 Οκτωβρίου):
«Το περιεχόμενο των αιτημάτων και των συνθημάτων μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: Τονίζουμε το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού σε μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Παλαιστίνη στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Απαιτούμε την επιστροφή όλων των Παλαιστινίων προσφύγων στα σπίτια τους, βάσει των σχετικών ψηφισμάτων του ΟΗΕ» (Σχετικά με τη στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης και τις εξελίξεις στην περιοχή).
Υπάρχουν κατά τη γνώμη μας αρκετά προβλήματα με αυτή τη θέση.
Καταρχάς, η λύση των δύο κρατών έχει αποδειχθεί ότι ήταν αδύνατη στην πράξη, όπως έχουμε εξηγήσει αναλυτικά αλλού. Οι Συμφωνίες του Όσλο του 1993 θεωρήθηκαν ακριβώς ως ένας οδικός χάρτης προς τη λύση δύο κρατών από την παλαιστινιακή ηγεσία. Στην πραγματικότητα, ήταν σκέτη προδοσία και ξεπούλησαν τον αγώνα των Παλαιστινίων. Το Ισραήλ διατήρησε τον έλεγχο ενός μεγάλου τμήματος της Δυτικής Όχθης και των εξωτερικών συνόρων, οι Εβραίοι έποικοι είχαν τη δυνατότητα να παραμείνουν στο παλαιστινιακό έδαφος και οι οικισμοί τους συνέχισαν να επεκτείνονται.
Εν τω μεταξύ, τα ζητήματα του δικαιώματος της επιστροφής των προσφύγων και του κράτους της Ανατολικής Ιερουσαλήμ αναβλήθηκαν για να συζητηθούν στο μακρινό μέλλον (δηλαδή: ποτέ) και ως αντάλλαγμα δημιουργήθηκε μια θλιβερή Παλαιστινιακή «Αρχή» χωρίς πραγματική εξουσία με μοναδικό στόχο την αστυνόμευση των παλαιστινιακών μαζών από την χρεοκοπημένη ηγεσία της PLO (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης).
Το ΚΚΕ θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι αυτό που απέτυχε είναι οι Συμφωνίες του Όσλο, αλλά ότι οι Παλαιστίνιοι πρέπει να αγωνιστούν για μια γνήσια λύση δύο κρατών. Ωστόσο, ακόμη και αυτή η θέση θα οδηγούσε τελικά σε αδιέξοδο.
Πράγμα που μας οδηγεί στο δεύτερο σημείο κριτικής της θέσης του ΚΚΕ. Έτσι, όσο υπάρχει το καπιταλιστικό κράτος του Ισραήλ, η ισραηλινή αστική τάξη δεν θα αποδεχτεί ποτέ την ύπαρξη ενός γνήσιου βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους καθώς το θεωρεί απειλή για την «εθνική της ασφάλεια». Αυτό έχει αποδειχθεί, όχι στη θεωρία, αλλά στην πράξη. Μετά τις Συμφωνίες του Όσλο, ο αριθμός των σιωνιστικών οικισμών στη Δυτική Όχθη αυξάνεται συνεχώς, ενώ η Γάζα παραμένει πλήρως αποκλεισμένη από το κράτος του Ισραήλ. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις του Ισραήλ στη Γάζα, καθώς και στη Δυτική Όχθη, γίνονται όλο και πιο συχνές και βίαιες, υπονομεύοντας την ίδια την ύπαρξη ακόμη και της περιορισμένης παλαιστινιακής οντότητας δηλαδή την Παλαιστινιακή Αρχή.
Επιπλέον, είναι δύσκολο να φανταστούμε το πώς ένα καπιταλιστικό κράτος της Παλαιστίνης θα ήταν βιώσιμο στο έδαφος των συνόρων του 1967, δίπλα-δίπλα με ένα ισχυρό ιμπεριαλιστικό καπιταλιστικό κράτος του Ισραήλ. Μια τέτοια καπιταλιστική Παλαιστίνη, αν ήταν δυνατόν να υπάρξει, θα κυριαρχούταν οικονομικά από τον ισχυρό γείτονά της και θα παρέμενε στην καλύτερη περίπτωση μία μισοαποικία του.
Είναι η πρακτική εμπειρία των τελευταίων 30 ετών που οδήγησε την πλειοψηφία των Παλαιστινίων να απορρίψει τη λύση δύο κρατών. Τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους, μια δημοσκόπηση του Παλαιστινιακού Κέντρου Ερευνών Πολιτικής και Έρευνας διαπίστωσε ότι το 67% των Παλαιστινίων απορρίπτει τη λύση των δύο κρατών, με μόνο το 32% να την υποστηρίζει. Η ίδια δημοσκόπηση δείχνει ότι «το 71% πιστεύει ότι η λύση των δύο κρατών δεν είναι πλέον πρακτική λόγω της επέκτασης των εποικισμών». Μια ξεχωριστή δημοσκόπηση που διεξήχθη από τον Arab World for Research and Development στις 15 Νοεμβρίου διαπίστωσε ότι το 74 % των Παλαιστινίων είναι υπέρ ενός κράτους, ενώ μόνο το 17% επιθυμεί μια λύση δύο κρατών. Η συντριπτική πλειοψηφία των Παλαιστινίων απορρίπτει εντελώς τις Συμφωνίες του Όσλο.
Παρεμπιπτόντως, ακόμη και εάν αποδεχόταν κανείς την ιδέα της λύσης των δύο κρατών, γιατί να ιδρυθεί ένα παλαιστινιακό κράτος «στα σύνορα του 1967» (πιθανώς αυτό που εννοεί το ΚΚΕ είναι τα προπολεμικά σύνορα του 1967) που αντιπροσώπευαν μόνο το 22% της ιστορικής Παλαιστίνης; Γιατί να μην επιστρέψουμε στα σύνορα του σχεδίου διχοτόμησης του ΟΗΕ του 1947, όπου ένα παλαιστινιακό κράτος θα περιλάμβανε το 44% των εδαφών; Τα σύνορα του 1967 αντιπροσωπεύουν όχι μόνο την αποδοχή της ίδιας της διχοτόμησης αλλά και τις περαιτέρω εδαφικές κατακτήσεις από το κράτος του Ισραήλ στην περίοδο μετά από αυτήν.
Καμία αναφορά στον αγώνα για το σοσιαλισμό και την εργατική εξουσία
Ίσως η πιο κραυγαλέα και εκπληκτική παράλειψη σε όλες τις δηλώσεις του ΚΚΕ για το ζήτημα της Παλαιστίνης είναι ότι δεν αναφέρεται καθόλου ο αγώνας για το σοσιαλισμό. Το μόνο συμπέρασμα που μπορεί κανείς να βγάλει διαβάζοντας επίσημες δηλώσεις του ΚΚΕ και των ηγετικών συντρόφων του κόμματος τις τελευταίες εβδομάδες είναι ότι βλέπουν τον στρατηγικό στόχο του παλαιστινιακού αγώνα ως τη συγκρότηση δύο καπιταλιστικών κρατών και όχι τον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Αυτό έρχεται σε ευθεία αντίφαση με τη διατυπωμένη γραμμή του ΚΚΕ για όλα τα άλλα εθνικά και διεθνή ζητήματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις το κόμμα, σωστά, τονίζει την ανάγκη να σπάσει με τη θεωρία των σταδίων, να θέσει την πάλη μεταξύ εργατών και κεφαλαίου στην πρώτη γραμμή, και επιβεβαιώνει ότι ο χαρακτήρας της επανάστασης είναι σοσιαλιστικός (βλ. για παράδειγμα «Σχετικά με την επαναστατική ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος και την ανεξαρτησία του από τα συμφέροντα των αστών και των συμμάχων τους», Ελισσαίος Βαγενάς, Ριζοσπάστης, 14-15 Οκτωβρίου 2023).
Πώς δικαιολογούν τότε οι σύντροφοι του ΚΚΕ την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στον αγώνα για το σοσιαλισμό σε σχέση με τον αγώνα για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης; Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 10 Νοεμβρίου από το Τμήμα Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ, επιχειρούν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Ας παραθέσουμε εκτενώς από το άρθρο:
«Κάποιοι επικρίνουν το ΚΚΕ, λέγοντας ότι ενώ σε όλες τις άλλες περιπτώσεις μιλάει για την αναγκαιότητα και την επικαιρότητα του σοσιαλισμού, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση εστιάζει μόνο στο δικαίωμα της ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους. (…)
«Ο σοσιαλισμός είναι απαραίτητος και επίκαιρος για ολόκληρο τον κόσμο, για κάθε καπιταλιστική χώρα. Ωστόσο, στις συνθήκες που διεξάγεται ο εργατικός-λαϊκός αγώνας σε κάθε χώρα, αναδύονται σημαντικοί «κρίκοι», που μπορούν να δώσουν ώθηση στην ταξική πάλη. Είναι κρίσιμο ζήτημα για το Κομμουνιστικό Κόμμα και το εργατικό κίνημα να λάβουν υπόψη αυτούς τους «κρίκους» στον αγώνα για το σοσιαλισμό, για την προετοιμασία, τη συγκέντρωση και την κινητοποίηση των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων. Στην Παλαιστίνη σήμερα, ο βασικός «κρίκος» είναι η απόρριψη της ξένης ισραηλινής κατοχής και ο σχηματισμός του παλαιστινιακού κράτους.
«Ως εκ τούτου, είναι καθήκον της παλαιστινιακής εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας της, του ΚΚ, να διατυπώσει μια τέτοια γραμμή που να συνδέει αυτόν τον «κρίκο» με την αιτία του αγώνα για κοινωνική χειραφέτηση, την εργατική εξουσία και την οικοδόμηση της νέας, σοσιαλιστικής κοινωνίας.
«Είναι καθήκον μας, καθήκον των εργαζομένων και της νεολαίας σε άλλες χώρες, να στηρίξουμε αυτόν τον αγώνα και να σταθούμε δίπλα του τώρα στη σύγκρουση με τις δυνάμεις κατοχής» (Άρθρο του Τομέα Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ. Σύντομες απαντήσεις σε επίκαιρα ιδεολογικοπολιτικά ερωτήματα σχετικά με την ισραηλινή επίθεση και σφαγή κατά του παλαιστινιακού λαού στη Λωρίδα της Γάζας, 10 Νοεμβρίου).
Αυτό είναι πολύ συγκεχυμένο και δεν απαντά πραγματικά στο ερώτημα. Οι σύντροφοι του ΚΚΕ φαίνεται να λένε ότι ο αγώνας για το σοσιαλισμό είναι απαραίτητος παντού στον κόσμο και ότι τα άμεσα ζητήματα της ταξικής πάλης πρέπει να συνδεθούν με το ζήτημα του σοσιαλισμού. Τότε, όμως, γιατί οι δηλώσεις του ΚΚΕ για την Παλαιστίνη δεν αναφέρουν καθόλου τον σοσιαλισμό;
Φυσικά, συμφωνούμε με το ΚΚΕ όταν λέει ότι ο αγώνας για την εθνική απελευθέρωση είναι κρίσιμο μέρος του προγράμματος των κομμουνιστών στην Παλαιστίνη. Ναι, συμφωνούμε ότι οι Παλαιστίνιοι κομμουνιστές πρέπει να διατυπώσουν μια γραμμή που θα βοηθά τις μάζες των εργαζομένων, της νεολαίας και των φτωχών να κατανοήσουν τη σχέση μεταξύ αυτού του αγώνα και του αγώνα για το σοσιαλισμό.
Δεν διατυπώνεται όμως έτσι το ερώτημα στο κείμενο «Σύντομες απαντήσεις» του Τομέα Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ. Αν και το κείμενο επιβεβαιώνει ότι οι συνθήκες για σοσιαλισμό είναι ώριμες «σε ολόκληρο τον κόσμο», δεν λέει τίποτα για τον ταξικό χαρακτήρα ενός μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους, ούτε αυτό το ερώτημα τίθεται πουθενά αλλού στις δηλώσεις του ΚΚΕ για το θέμα, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε μόνο ότι οι σύντροφοι μιλούν για καπιταλιστικό κράτος. Η λογική του επιχειρήματος λοιπόν παρουσιάζει «την απόρριψη της ισραηλινής κατοχής και τον σχηματισμό του Παλαιστινιακού κράτους» ως ξεχωριστό στάδιο από τον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Επιπλέον, το κείμενο λέει ότι το καθήκον των Παλαιστινίων κομμουνιστών είναι να διαμορφώσουν μια γραμμή που να συνδέει την εθνική χειραφέτηση με τον αγώνα για την εργατική εξουσία, αλλά στη συνέχεια λέει ότι το καθήκον των εργαζομένων και της νεολαίας σε άλλες χώρες είναι να «υποστηρίξουν τον αγώνα… ενάντια στις δυνάμεις κατοχής». Φαίνεται ότι τα καθήκοντα των κομμουνιστών στην Παλαιστίνη και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στον υπόλοιπο κόσμο είναι διαφορετικά.
Από αυτό το άρθρο, μπορεί κανείς να σχηματίσει την εντύπωση ότι μόνο οι Παλαιστίνιοι κομμουνιστές πρέπει να εξηγούν την ανάγκη του αγώνα για το σοσιαλισμό και την εργατική εξουσία, ενώ οι κομμουνιστές αλλού στον κόσμο πρέπει να περιοριστούν στη διεθνιστική αλληλεγγύη χωρίς να μιλάνε για σοσιαλισμό (όπως το ΚΚΕ έχει κάνει σε πρόσφατες δηλώσεις του). Μια τέτοια θέση θα ήταν λανθασμένη και σε αντίθεση με την προσέγγιση του Λένιν και της πρώιμης Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Φυσικά, το καθήκον των κομμουνιστών σε όλο τον κόσμο είναι να υποστηρίξουν τον παλαιστινιακό αγώνα, αλλά αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Δεν είμαστε απλώς ακτιβιστές αλληλεγγύης. Είμαστε κομμουνιστές, και επομένως καθήκον μας είναι επίσης να εξηγήσουμε πώς μπορεί να επιτευχθεί η απελευθέρωση της Παλαιστίνης, ποιες δυνάμεις μπορούν να την οδηγήσουν στη νίκη, ποιες τάξεις είναι σύμμαχοι της παλαιστινιακής υπόθεσης κ.λπ.
Ο Μαρξ εξήγησε το ρόλο των κομμουνιστών στο ευρύτερο εργατικό κίνημα με τον εξής τρόπο:
«Οι κομμουνιστές, επομένως, είναι από τη μια πλευρά, πρακτικά, το πιο προχωρημένο και αποφασιστικό τμήμα των εργατικών κομμάτων κάθε χώρας, αυτό το τμήμα που σπρώχνει όλα τα άλλα μπροστά. Από την άλλη πλευρά, θεωρητικά, έχουν έναντι της μεγάλης μάζας του προλεταριάτου το πλεονέκτημα να κατανοούν ξεκάθαρα τη γραμμή της πορείας, τις συνθήκες και τα τελικά γενικά αποτελέσματα του προλεταριακού κινήματος» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο, υπογράμμιση δική μας).
Επιπλέον, το ΚΚΕ δεν αναλαμβάνει απλώς το καθήκον να υποστηρίξει τον αγώνα κατά των δυνάμεων κατοχής. Στις δηλώσεις του, το ξεπέρασε αυτό λέγοντας ότι ο στόχος του παλαιστινιακού αγώνα πρέπει να είναι μια λύση δύο κρατών, κάτι που όχι μόνο δεν είναι βιώσιμο στον καπιταλισμό αλλά και απορρίπτεται από τη συντριπτική πλειοψηφία των Παλαιστινίων σήμερα. Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται απλώς για το ότι το κόμμα δεν θέτει το ζήτημα του σοσιαλισμού, αλλά αντ’ αυτού, θέτει μια προοπτική (λύση δύο κρατών) την οποία, τουλάχιστον στα λόγια, συμμερίζονται τα Ηνωμένα Έθνη μέχρι και ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός!
Την τελευταία περίοδο το ΚΚΕ έχει ασχοληθεί με πολλά διεθνή ζητήματα και έχει εκφράσει απόψεις για όλες τις σημαντικές εξελίξεις της ταξικής πάλης παντού. Αυτό είναι σωστό. Και σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχει τονίσει την ανάγκη να αγωνιστούμε για τον σοσιαλισμό και ενάντια στον καπιταλισμό. Και σε αυτό συμφωνούμε με τους συντρόφους του ΚΚΕ. Αλλά φαίνεται ότι αυτό δεν ισχύει σε σχέση με την Παλαιστίνη, όπου η θέση του ΚΚΕ είναι θέση διεθνούς προλεταριακής αλληλεγγύης, αλλά περιορίζεται στον αγώνα για ένα καπιταλιστικό παλαιστινιακό κράτος, χωρίς καμία αναφορά στον αγώνα για το σοσιαλισμό. Αυτό, πιστεύουμε, είναι σοβαρό λάθος και έρχεται σε αντίθεση με τη δηλωμένη γενική πολιτική γραμμή του κόμματος.
Δικαιολόγηση της διχοτόμησης της Παλαιστίνης το 1948;
Τέλος, υπάρχει μια τελευταία πτυχή της θέσης του ΚΚΕ για την Παλαιστίνη που αξίζει να σχολιαστεί. Στο άρθρο του συντρόφου Μαρίνου που αναφέρθηκε προηγουμένως, λέει:
«Η κατοχή επιβλήθηκε το 1947-1948 όταν η παλαιστινιακή γη διαιρέθηκε και το κράτος του Ισραήλ ιδρύθηκε και διαιωνίζεται μέχρι σήμερα, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, στον συνεχή και εντεινόμενο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για έλεγχο της περιοχής» («Εντατικοποίηση του αγώνα για τον τερματισμό της ισραηλινής κατοχής – Αλληλεγγύη στον Παλαιστινιακό λαό», Γιώργος Μαρίνος, Μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, 20/10/2023).
Λέει ξεκάθαρα ότι η κατοχή επιβλήθηκε το 1947-48 με τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Καταλαβαίνουμε ότι ο σύντροφος Μαρίνος κάνει αρνητική εκτίμηση αυτού του γεγονότος.
Στη συνέχεια, όμως, στο άρθρο «Σύντομες απαντήσεις» της ΚΕ του ΚΚΕ λέει:
«Η ύπαρξη του ισραηλινού κράτους είναι μια πραγματικότητα σήμερα. Η σφαγή των Εβραίων από τους Ναζί και ο αντισημιτισμός που προωθήθηκε από τις αστικές τάξεις πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σε πολλές καπιταλιστικές χώρες οδήγησε στην αποδοχή από την ΕΣΣΔ και το διεθνές εργατικό κίνημα της δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ δίπλα στο κράτος της Παλαιστίνης».
Αυτό σαφώς δικαιολογεί και υποστηρίζει την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948 και την υποστήριξή του από την ΕΣΣΔ. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η δημιουργία του Ισραήλ εκείνη την εποχή βασίστηκε στη μαζική εθνοκάθαρση 700.000 Παλαιστινίων από τα εδάφη τους!
Εδώ πρέπει να πούμε ξεκάθαρα: η διχοτόμηση της Παλαιστίνης ήταν ένα ιμπεριαλιστικό έγκλημα που είχε ως στόχο να στρέψει τους Άραβες εναντίον των Εβραίων και να χρησιμοποιήσει τον έναν εναντίον του άλλου για να διατηρήσει την ιμπεριαλιστική κυριαρχία. Οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές ήταν πάνω απ’ όλα υπεύθυνοι για αυτό το έγκλημα, έχοντας υποσχεθεί και στους δύο λαούς την ίδια επικράτεια με έναν κυνικό τρόπο και με βάση την αρχή «διαίρει και βασίλευε», μια τακτική που εφάρμοσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξης της Βρετανικής Εντολής στην Παλαιστίνη και την είχαν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν σε ολόκληρη τη Βρετανική Αυτοκρατορία (για παράδειγμα στην Ιρλανδία και στη διχοτόμηση της Ινδίας).
Το 1947, η Σοβιετική Ένωση υποστήριξε το σχέδιο διχοτόμησης στα Ηνωμένα Έθνη. Αυτό δεν έγινε ως πράξη αλληλεγγύης στον εβραϊκό λαό, όπως προτείνει το άρθρο, αλλά μάλλον σε μια προσπάθεια υπονόμευσης της θέσης του βρετανικού ιμπεριαλισμού στη Μέση Ανατολή. Η ΕΣΣΔ ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε το νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ και ο Στάλιν προμήθευσε τους Σιωνιστές με όπλα μέσω της Τσεχοσλοβακίας. Η σοβιετική υποστήριξη για την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948 ήταν μια προδοσία με καταστροφικές συνέπειες για όλα τα κομμουνιστικά κόμματα σε όλη τη Μέση Ανατολή και όχι μόνο. Μια τέτοια θέση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί καθώς μετέτρεψε την ΕΣΣΔ σε συνένοχο στο έγκλημα που διαπράχθηκε κατά του παλαιστινιακού λαού.
Μια λενινιστική θέση για τον σιωνισμό και την Παλαιστίνη
Η λενινιστική παράδοση σε σχέση με το εβραϊκό ζήτημα γενικότερα, και ειδικότερα σχετικά με τον σιωνιστικό στόχο της συγκρότησης ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη, είναι ξεκάθαρη. Οι Μπολσεβίκοι στη Ρωσία πολέμησαν αδυσώπητα τον αντισημιτισμό, που ήταν ένα αντιδραστικό εργαλείο του ρωσικού τσαρισμού για να διχάσει την εργατική τάξη και να εκτρέψει την οργή των εργατών προς μια καταπιεσμένη μειονότητα, τους Εβραίους, για να τους εκτρέψει από τον αγώνα για τη δική τους χειραφέτηση. Ταυτόχρονα, οι Ρώσοι μαρξιστές ήταν αμείλικτα αντίθετοι στον σιωνισμό, όπως ήταν και το εργατικό κίνημα γενικότερα.
Η Κομμουνιστική Διεθνής αντιτάχθηκε και κατήγγειλε τις ιμπεριαλιστικές μηχανορραφίες σχετικά με την Παλαιστίνη. Το Δεύτερο Συνέδριο της Κομιντέρν το 1920 ενέκρινε τις Θέσεις για το Εθνικό και Αποικιακό Ζήτημα, που συνέταξε ο Λένιν, οι οποίες περιλάμβαναν το ακόλουθο τμήμα:
«11.στ) Είναι απαραίτητο διαρκώς να αποκαλύπτεται και να εξηγείται μεταξύ των ευρύτερων μαζών όλων, αλλά ιδιαίτερα των καθυστερημένων χωρών, η εξαπάτηση που διέπραξαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με τη βοήθεια των προνομιούχων τάξεων στις καταπιεσμένες χώρες, όταν κάτω από τη μάσκα των πολιτικά ανεξάρτητων κρατών, δημιουργούν κρατικές δομές που εξαρτώνται πλήρως από αυτές οικονομικά και στρατιωτικά. Η υπόθεση του Σιωνισμού στην Παλαιστίνη μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα χονδροειδές παράδειγμα εξαπάτησης των εργατικών τάξεων αυτού του καταπιεσμένου έθνους από τον ιμπεριαλισμό της Αντάντ και την αστική τάξη της εν λόγω χώρας (με τον ίδιο τρόπο που ο Σιωνισμός γενικά παραδίδει τους Άραβες εργαζόμενους της Παλαιστίνης, όπου οι Εβραίοι εργάτες αποτελούν μόνο μειονότητα, προς εκμετάλλευση στην Αγγλία, υπό τον μανδύα της δημιουργίας ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη). Στις σημερινές οικονομικές συνθήκες δεν υπάρχει σωτηρία για τα αδύναμα και εξαρτημένα έθνη εκτός από μια συμμαχία με τις Σοβιετικές Δημοκρατίες» (η υπογράμμιση μας).
Επιπλέον, κατά την περίοδο του Δεύτερου και του Τρίτου Συνεδρίου της Κομιντέρν, υπήρχε μια εβραϊκή εργατική οργάνωση που συμμετείχε στις εργασίες με παρατηρητές αντιπροσώπους, η Ποάλε Σιών. Η ηγεσία της Κομιντέρν επέμενε ότι ως προϋπόθεση για την ένταξη της στη Διεθνή ήταν ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψουν όλα τα υπολείμματα της σιωνιστικής ιδεολογίας. Η Ποάλε Σιών υποστήριξε ότι η συγκέντρωση των εβραϊκών προλεταριακών μαζών στην Παλαιστίνη θα παρείχε τις καλύτερες συνθήκες για έναν επαναστατικό αγώνα για το σοσιαλισμό, αποκαλύπτοντας τη συγχυσμένη προσέγγισή τους (βλ. Στους Εργάτες της Ένωσης Εβραίων Κομμουνιστών, επιστολή της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, 1921). Στο τέλος, η Ποάλε Σιών διασπάστηκε, με ένα τμήμα να επανέρχεται στον σιωνισμό και ένα άλλο να προσχωρεί στην Κομμουνιστική Διεθνή προσχωρώντας στα διάφορα ΚΚ στις χώρες όπου ζούσαν, όπως είχε ζητήσει η Κομιντέρν.
Το ναζιστικό Ολοκαύτωμα στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έδωσε τεράστια ώθηση στο σιωνιστικό κίνημα, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί καμία υποστήριξη για το σχηματισμό σιωνιστικού κράτους στην Παλαιστίνη, μια γη που ήταν ήδη κατοικημένη. Ο Τρότσκι, το 1940, προειδοποίησε επανειλημμένα ότι η δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους στην ιστορική Παλαιστίνη δεν θα ήταν ένα ασφαλές καταφύγιο για τους Εβραίους που θα δραπετεύουν από τις διώξεις στην Ευρώπη, αλλά μια αιματηρή παγίδα:
«Η προσπάθεια επίλυσης του εβραϊκού ζητήματος μέσω της μετανάστευσης των Εβραίων στην Παλαιστίνη μπορεί τώρα να ειδωθεί ως αυτό που είναι: μία τραγική κοροϊδία του εβραϊκού λαού. Ενδιαφερόμενη να κερδίσει τις συμπάθειες των Αράβων που είναι πιο πολυάριθμοι από τους Εβραίους, η βρετανική κυβέρνηση άλλαξε απότομα την πολιτική της απέναντι στους Εβραίους και στην πραγματικότητα απαρνήθηκε την υπόσχεσή της να τους βοηθήσει να βρουν τη «δική τους πατρίδα» σε μια ξένη χώρα. Η μελλοντική εξέλιξη των στρατιωτικών γεγονότων μπορεί κάλλιστα να μετατρέψει την Παλαιστίνη σε μια αιματηρή παγίδα για αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίους. Ποτέ δεν ήταν τόσο ξεκάθαρο όσο σήμερα ότι η σωτηρία του εβραϊκού λαού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος» (Ιούλιος 1940).
Κανένας λαός δεν μπορεί να είναι ελεύθερος εφόσον καταπιέζει κάποιον άλλον. Το 1947-48 η θέση των τροτσκιστών στην Παλαιστίνη και αλλού ήταν κατά της διχοτόμησης και υπέρ της ενότητας της εργατικής τάξης ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
Μια επαναστατική προοπτική για τον παλαιστινιακό αγώνα
Ο μόνος τρόπος για να βρεθεί μια λύση στη σύγκρουση είναι μέσω της ανατροπής της σιωνιστικής άρχουσας τάξης στο Ισραήλ. Αυτό απαιτεί έναν επαναστατικό αγώνα, που συνδέει την εθνική απελευθέρωση των παλαιστινιακών μαζών με την κοινωνική τους χειραφέτηση, ενώνοντας τα δημοκρατικά και τα σοσιαλιστικά αιτήματα και στόχους. Μόνο ένας τέτοιος αγώνας θα είχε πιθανότητες να διασπάσει το Ισραήλ σε ταξικές γραμμές, αποδυναμώνοντας έτσι την άρχουσα τάξη του, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη νίκη.
Για αυτό ο αγώνας των παλαιστινιακών μαζών μπορεί να πετύχει μόνο ως επαναστατικός αγώνας για την ανατροπή όλων των αντιδραστικών καπιταλιστικών καθεστώτων στην περιοχή, στις αραβικές χώρες και στο Ισραήλ. Ο δρόμος προς την απελευθέρωση για τους Παλαιστίνιους περνάει από το Κάιρο, το Αμμάν και τη Βηρυτό. Μια επαναστατική ανατροπή των αντιδραστικών αραβικών καθεστώτων, που υποκρίνονται ότι στηρίζουν την παλαιστινιακή υπόθεση, αλλά στην πραγματικότητα είναι συνεργοί του ισραηλινού καπιταλισμού, θα άλλαζε την ισορροπία των δυνάμεων στην περιοχή.
Μια σειρά από εργατικά κράτη στην περιοχή θα έθεταν το ζήτημα του σοσιαλισμού στην ημερήσια διάταξη. Στη βάση ενός τέτοιου επαναστατικού σοσιαλιστικού αγώνα, θα ήταν δυνατό να οραματιστούμε ένα δημοκρατικό και κοσμικό κράτος στο οποίο δεν θα υπήρχε εθνική καταπίεση. Στα πλαίσια του καπιταλισμού, αυτό θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί. Ένα ενιαίο δημοκρατικό και κοσμικό καπιταλιστικό κράτος είναι τόσο ουτοπικό όσο και τα δύο καπιταλιστικά κράτη. Ένα κοσμικό και δημοκρατικό κράτος θα μπορούσε να προκύψει μόνο ως εργατικό κράτος. Οι κομμουνιστές υποστηρίζουν τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδία της Μέσης Ανατολής ως τον μόνο τρόπο για το γκρέμισμα του ιμπεριαλιστικού ζυγού στην περιοχή.
Φυσικά, λόγω της εχθρότητας και της δυσπιστίας που έχει οικοδομηθεί εδώ και δεκαετίες μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών Εβραίων, μπορεί να χρειαστεί για κάποιο χρονικό διάστημα ένα τέτοιο ενιαίο κράτος να περιέχει διατάξεις αυτονομίας και για τις δύο εθνικές ομάδες, ίσως με τη μορφή ενός Ομοσπονδιακού Σοσιαλιστικού Κράτους. Αυτή ήταν η κρατική δομή που πρότεινε ο Λένιν για το εργατικό κράτος που ιδρύθηκε μετά το 1917: μια Ρωσική Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η επαναστατική ανατροπή της σιωνιστικής καπιταλιστικής άρχουσας τάξης του Ισραήλ είναι ο μόνος τρόπος για να καταστεί δυνατό κάτι από όλα αυτά.
Όλα αυτά είναι σημαντικά ζητήματα επαναστατικής στρατηγικής, τα οποία πρέπει να διευκρινιστούν. Το ΚΚΕ, προς τιμήν του, έχει πάρει μια θέση αρχών για την υποστήριξη του αγώνα των καταπιεσμένων Παλαιστινίων, που το ξεχωρίζει από τα περισσότερα άλλα κομμουνιστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο, και σε αυτό είμαστε μαζί του. Αλλά στο ζήτημα της επαναστατικής στρατηγικής και των στόχων της πάλης των Παλαιστινίων εργατών και λαού, η θέση του ΚΚΕ επιστρέφει στη θεωρία των σταδίων, υποστηρίζει μια αποτυχημένη λύση που οι παλαιστινιακές μάζες απορρίπτουν.
Καλούμε τους συντρόφους του ΚΚΕ να εξετάσουν αυτά τα ζητήματα, τα οποία τίθενται σε συντροφικό πνεύμα με στόχο τη βελτίωση της κατανόησης και της παρέμβασης των κομμουνιστών στο κίνημα αλληλεγγύης της Παλαιστίνης καθώς και τον αγώνα των κομμουνιστικών δυνάμεων στην Παλαιστίνη, το Ισραήλ και σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.