Διαβάστε ένα κείμενο του Βρετανού μαρξιστή Άλαν Γουντς, στο οποίο τονίζονται τα σημαντικότερα γεγονότα και τα σπουδαιότερα μαθήματα της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Η πορεία προς την Επανάσταση του Φλεβάρη και ο ρόλος της Προσωρινής Κυβέρνησης
Πριν από 75 χρόνια, συνέβη ένα γεγονός που άλλαξε την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας. Για πρώτη φορά – εάν εξαιρέσουμε το σύντομο αλλά εκπληκτικό επεισόδιο της Παρισινής Κομμούνας – ο εργαζόμενος λαός πήρε την εξουσία στα χέρια του και ξεκίνησε τη γιγάντια προσπάθεια για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Σήμερα, οι μάζες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης βρίσκονται αντιμέτωπες με το φάντασμα της καπιταλιστικής αντεπανάστασης. Μέσα στο πιο φρικιαστικό σκηνικό του οικονομικού και κοινωνικού χάους, ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια όλες οι σκοτεινές δυνάμεις που είχαν παραγκωνιστεί από την επαναστατική πλημμυρίδα: η ατομική ιδιοκτησία, η κερδοσκοπία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός, οι διώξεις, η πορνεία, η ανεργία και η ανισότητα, όπως ένα σμήνος αηδιαστικών και δηλητηριωδών εντόμων μετά από το ανασήκωμα της πέτρας που τα έκρυβε.
Και αυτό χαιρετίζεται από τα Δυτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σαν μία «νέα αρχή». Άνθρωποι που μπορούν να ταυτίζουν τέτοιου είδους βαρβαρότητες με την «πρόοδο» είναι ικανοί για οτιδήποτε. Κανένα ψέμα δεν είναι αρκετά μεγάλο γι’ αυτούς. Καμιά διαστρέβλωση δεν είναι αρκετή. Και η χιονοστιβάδα των ψεμάτων έχει ήδη αρχίσει.
Προκειμένου να δικαιώσουν το καπιταλιστικό σύστημα είναι απαραίτητο να αμαυρώσουν το όνομα του σοσιαλισμού και ιδίως του επιστημονικού σοσιαλισμού, όπως εκφράστηκε στις ιδέες των Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν και Τρότσκι. Πάνω απ’ όλα, πρέπει να δείξουν πως η επανάσταση είναι κακό πράγμα, πως αντιπροσωπεύει μια τρομερή παρέκκλιση από τους «κανόνες» της ειρηνικής κοινωνικής εξέλιξης και, συνεπώς, οδηγεί αναπόφευκτα σε ολέθρια αποτελέσματα.
Πριν από μερικά χρόνια, γιορτάστηκε η 200η επέτειος της Γαλλικής Επανάστασης. Παρά το γεγονός πως ήταν μια αστική επανάσταση, παρόλο που συνέβη δύο αιώνες πριν, η άρχουσα τάξη στη Γαλλία και διεθνώς, δεν απέφυγε να δυσφημίσει τα γεγονότα του 1789-1793. Ακόμα και ένα τόσο μακρινό ιστορικό γεγονός αποτελεί μια ανεπιθύμητη επισήμανση για τους πλούσιους και τους ισχυρούς για το τι συμβαίνει, όταν ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα φτάνει στα όρια του. Προτάθηκε ακόμα να αλλαχθούν τα τρομερά λόγια της «Μασσαλιώτιδας»!!!
Ωστόσο, οι επαναστάσεις συμβαίνουν – και καθόλου τυχαία. Μια επανάσταση γίνεται αναπόφευκτη όταν μια συγκεκριμένη κοινωνία έρχεται σε σύγκρουση με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που αποτελούν τη βάση όλης της ανθρώπινης προόδου.
Ένα από τα σπουδαιότερα βιβλία του εικοστού αιώνα είναι η «Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης» του Λέον Τρότσκι. Αυτή η μνημειώδης μελέτη των γεγονότων του 1917 είναι ανεπανάληπτη. Είναι ένα μοναδικό δείγμα για τη χρήση της μεθόδου του ιστορικού υλισμού για την εξήγηση των διαδικασιών που συμβαίνουν στην κοινωνία. Τα γεγονότα που οδήγησαν στον Οκτώβρη δεν απαριθμούνται απλά, αλλά εξηγούνται έγκυρα και με τρόπο που μπορεί να εφαρμοστεί πέρα από τα όρια της ίδιας της Ρώσικης Επανάστασης.
Η άρχουσα τάξη, στην προσπάθειά της να δυσφημίσει την Οκτωβριανή Επανάσταση, με τη συμβολή των κονδυλοφόρων της στα πανεπιστήμια, έχει καλλιεργήσει επίμονα το μύθο πως η Μπολσεβίκικη Επανάσταση δεν ήταν παρά ένα «πραξικόπημα που διενεργήθηκε από τον Λένιν και μερικούς συνωμότες».
Η παρέμβαση των μαζών
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί ο Τρότσκι, η ουσία μιας επανάστασης είναι η άμεση επέμβαση των μαζών στη ζωή της κοινωνίας και στην πολιτική. Σε «κανονικές» περιόδους, η πλειοψηφία των ανθρώπων αφήνει τη διοίκηση της κοινωνίας στα χέρια των «ειδικών»: βουλευτές, υπουργούς, δικηγόρους, δημοσιογράφους, συνδικαλιστές ηγέτες, καθηγητές πανεπιστημίων κ.λπ.
Για μια χρονική περίοδο που μπορεί να διαρκέσει από λίγα χρόνια μέχρι και δεκαετίες, η κοινωνία δείχνει να βρίσκεται σε κάποιου είδους «ισορροπία». Αυτό συμβαίνει ειδικότερα σε περιόδους παρατεταμένης οικονομικής άνθισης του καπιταλισμού, όπως αυτή που διήρκεσε σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε τέτοιες περιόδους, οι ιδέες του μαρξισμού δεν μπορούν να γίνουν εύκολα αποδεκτές ή κατανοητές από τις πλατιές μάζες, επειδή δίνουν την εντύπωση πως δε συμβαδίζουν με τα χειροπιαστά δεδομένα της πραγματικότητας. Αντίθετα, οι ψευδαισθήσεις των ρεφορμιστών ηγετών για μια αργή, βαθμιαία εξελικτική αλλαγή –«σήμερα καλύτερα από χθες, και αύριο καλύτερα από σήμερα» – αποκτούν ευρύτερο ακροατήριο.
Όμως, κάτω από τη σχετικά ήρεμη επιφάνεια, αναπτύσσονται πανίσχυρα ρεύματα. Διαπιστώνεται μια βαθμιαία συσσώρευση αγανάκτησης και απελπισίας στις μάζες και μια αυξανόμενη δυσφορία των μεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας. Αυτή γίνεται αισθητή περισσότερο από τους διανοούμενους και τους φοιτητές, οι οποίοι είναι ένα ευαίσθητο βαρόμετρο και αντανακλούν τις αλλαγές των διαθέσεων της κοινωνίας.
Ο Τρότσκι χρησιμοποιεί μια καταπληκτική φράση για να περιγράψει αυτή τη διαδικασία. Μιλάει για τις «μοριακές διεργασίες της επανάστασης», οι οποίες εξελίσσονται με αδιάκοπο τρόπο στα μυαλά των εργατών. Επειδή όμως αυτή η διαδικασία είναι βαθμιαία, δεν επηρεάζει τη γενική πολιτική φυσιογνωμία της κοινωνίας – περνά απαρατήρητη από όλους – εκτός από τους μαρξιστές.
Ένα ανάλογο φαινόμενο είναι το εξής: το έδαφος φαίνεται να είναι σταθερό και ακλόνητο κάτω από τα πόδια μας («σταθερός σαν βράχος» λένε). Όμως, από τη γεωλογία γνωρίζουμε ότι οι βράχοι δεν είναι με κανένα τρόπο ακίνητοι και πως το έδαφος συνεχώς κινείται κάτω από τα πόδια μας. Οι ήπειροι βρίσκονται σε διαρκή κίνηση και μέσα στον αιώνιο «πόλεμό» τους η μια συγκρούεται με την άλλη. Επειδή όμως οι γεωλογικές αλλαγές δε μετρώνται σε χρόνια ή σε αιώνες, αλλά σε εκατομμύρια χρόνια, αυτή η μετακίνηση των ηπείρων παραμένει απαρατήρητη σε όλους, εκτός από τους ειδικούς. Όμως, αυτή η κίνηση δημιουργεί ρήγματα που υπόκεινται σε αφάνταστα μεγάλες πιέσεις, οι οποίες τελικά προκαλούν τους σεισμούς.
Πόλεμοι και επαναστάσεις
Ανάλογα ρήγματα υπάρχουν και στις καλύτερα οργανωμένες κοινωνίες. Το ξαφνικό ξέσπασμα πολέμων και επαναστάσεων υπακούει περίπου στους ίδιους νόμους με τους σεισμούς και είναι το ίδιο αναπόφευκτα φαινόμενα. Κάποτε έρχεται η στιγμή που οι μάζες των ανθρώπων αποφασίζουν πως τα «πράγματα δεν μπορούν να συνεχίσουν να γίνονται με τον ίδιο τρόπο». Η ρήξη συμβαίνει, όταν η πλειοψηφία κινείται με σκοπό να πάρει τις ζωές και τις τύχες στα χέρια της. Αυτό, και τίποτα άλλο, είναι το πραγματικό νόημα μιας επανάστασης.
Για τον καλοταϊσμένο ακαδημαϊκό, μια επανάσταση δεν είναι παρά μια εκτροπή, ένα «τερατούργημα», μια παρέκκλιση από το κανονικό. Η κοινωνία προσωρινά «τρελαίνεται» μέχρι τελικά να αποκατασταθεί η «τάξη». Σύμφωνα μ’ αυτή τη ψυχολογία, μια επανάσταση περιγράφεται πιο ικανοποιητικά από την εικόνα ενός πανικόβλητου όχλου ή – ακόμα καλύτερα – από μια συνωμοσία που σχεδιάστηκε από δημαγωγούς.
Στην πραγματικότητα, οι ψυχολογικές μεταβολές που συμβαίνουν με τρομερή οξύτητα σε κάθε επανάσταση δεν είναι τυχαίες, αλλά οι ρίζες τους εντοπίζονται σε ολόκληρη την προηγούμενη περίοδο.
Το ανθρώπινο μυαλό, γενικά, δεν είναι επαναστατικό αλλά συντηρητικό. Όσο καιρό οι συνθήκες διαβίωσης είναι γενικά αποδεκτές, οι άνθρωποι τείνουν να αποδέχονται την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση. Η συνείδηση τείνει να καθυστερεί σε σχέση με τις αλλαγές που συμβαίνουν στον αντικειμενικό κόσμο της οικονομίας και της κοινωνίας.
Μόνο σαν τελευταία λύση, όταν δεν υπάρχει εναλλακτική, η πλειοψηφία επιλέγει μια αποφασιστική ρήξη με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Πριν φτάσει όμως σ’ αυτό το σημείο, θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να προσαρμοστεί, να συμβιβαστεί, να αναζητήσει μια φανταστική «γραμμή ελάχιστης αντίστασης». Αυτό είναι το μυστικό της επιτυχίας των ρεφορμιστικών πολιτικών, ειδικά σε περιόδους καπιταλιστικής άνθισης, αλλά όχι αποκλειστικά σ’ αυτές.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση ήταν το αποτέλεσμα ολόκληρης της περιόδου που προηγήθηκε. Πριν στραφούν προς τους Μπολσεβίκους, οι Ρώσοι εργάτες και αγρότες είχαν ήδη περάσει από την εμπειρία δύο επαναστάσεων (1905 και Φλεβάρης του 1917) και δύο πολέμων (1904-5 και 1914-17).
Η Τσαρική Ρωσία παρόλο που ήταν μία από τις κύριες ιμπεριαλιστικές χώρες με πανίσχυρο στρατό, από οικονομική άποψη ήταν μια υποανάπτυκτη καπιταλιστική δύναμη. Ακολουθώντας το νόμο της συνδυασμένης και ανισομερούς ανάπτυξης, βιομηχανίες μεγάλης κλίμακας είχαν δημιουργηθεί σε ορισμένα αστικά κέντρα (κύρια στη Μόσχα, στην Αγία Πετρούπολη, στην Δυτική περιοχή, τα Ουράλια και το Ντονμπάς), σαν αποτέλεσμα των επενδύσεων από τη Δύση. Όμως η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν αγρότες, βυθισμένοι σε συνθήκες μεσαιωνικής καθυστέρησης. Από πολλές απόψεις, η κοινωνική σύνθεση του Ρώσικου Τσαρισμού ήταν παρόμοια με πολλές σημερινές τριτοκοσμικές χώρες.
Παρά την αριθμητικά μικρή της δύναμη, η ρωσική εργατική τάξη έβαλε τη σφραγίδα της στα γεγονότα από πολύ νωρίς. Στο καταιγιστικό απεργιακό κύμα της δεκαετίας του 1890, δήλωσε σε όλο τον κόσμο πως είναι παρούσα. Από εκείνη την στιγμή και ύστερα, το «ζήτημα» ήταν η εργατική τάξη να κατακτήσει μια κεντρική θέση στη ρωσική πολιτική. Η θυελλώδης ανάπτυξη της βιομηχανίας στις αρχές του αιώνα μας, οδήγησε στη γρήγορη ανάπτυξη της εργατικής τάξης.
Αντίθετα από τη Βρετανία, όπου ο καπιταλισμός είχε μια αργή, βαθμιαία οργανική ανάπτυξη για 200 χρόνια, η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία συμπυκνώθηκε σε λίγες δεκαετίες. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η ρωσική βιομηχανία να μην περάσει από το στάδιο της χειροτεχνίας και της μικρής οικιακής επιχείρησης στις μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις. Ιδρύθηκαν τεράστια εργοστάσια με τις πιο σύγχρονες τεχνικές που εισήχθησαν από τη Βρετανία, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Μαζί με την εισαγωγή της πιο σύγχρονης τεχνολογίας από την Δύση, ήρθαν και οι πιο σύγχρονες και εξελιγμένες ιδέες του σοσιαλισμού.
Μετά τη δεκαετία του 1890, ο μαρξισμός πέτυχε να πάρει τη θέση των Ναρόντνικων, μιας παλιάς τρομοκρατικής τάσης του ουτοπικού σοσιαλισμού, ως η κυρίαρχη τάση στο ρωσικό εργατικό κίνημα.
Οι Ναρόντνικοι
Οι πιο εξεζητημένοι επικριτές του Μπολσεβικισμού επιχειρούν να διαχωρίσουν τον πολιτισμένο «δυτικό» μαρξισμό από το σκληρό και βάρβαρο λενινισμό που τον θεωρούν, υποτίθεται, παράγωγο της ρωσικής καθυστέρησης.
Στην πραγματικότητα όμως, τίποτα ή σχεδόν τίποτα εν πάση περιπτώσει, δεν αντανακλά στις ιδέες του Λένιν κάποιο ιδιαίτερο ρωσικό χαρακτήρα, ο οποίος σε ολόκληρη τη ζωή του πολέμησε ακούραστα τους Ναρόντνικους για το «ρωσικό δρόμο για το σοσιαλισμό» που υποστήριζαν.
Τόσο ο Λένιν όσο και ο Τρότσκι αφιέρωσαν τις ζωές τους στην υπεράσπιση του σοσιαλιστικού διεθνισμού. Οι ιδέες τους μπορούν να θεωρηθούν τόσο «ρωσικές» όσο εκείνες του Μαρξ μπορούν να θεωρηθούν «γερμανικές». Ο Λένιν και ο Τρότσκι ανέπτυξαν και επέκτειναν το μαρξισμό, αλλά την ίδια στιγμή υπερασπίστηκαν τις θεμελιώδεις ιδέες και αρχές που επεξεργάστηκαν οι Μαρξ και Ένγκελς μετά το 1848.
Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία για τους Ρώσους μαρξιστές ήρθε το 1905. Η βαθιά κοινωνική κρίση έφτασε στο αποκορύφωμά της με τον ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο, που κατέληξε σε μια στρατιωτική καταστροφή για τον Τσαρισμό. Στις 9 Ιανουαρίου του 1905, οι εργαζόμενοι της Αγίας Πετρούπολης συγκεντρώθηκαν μαζί με τις οικογένειες τους για μια ειρηνική διαδήλωση στην πλατεία των Χειμερινών Ανακτόρων. Σκοπός τους ήταν να κάνουν μια έκκληση στον Τσάρο – τον «πατερούλη».
Το σύνολο αυτών των εργατών, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν μόλις πρόσφατα έρθει από τα χωριά τους, ήταν όχι μόνο θρησκευόμενοι αλλά και φιλομοναρχικοί. Οι μαρξιστές (ή σοσιαλδημοκράτες όπως ονομάζονταν τότε) είχαν πολύ μικρές δυνάμεις και ήταν διασπασμένοι σε Μπολσεβίκους και Μενσεβίκους. Όταν προσπάθησαν να μοιράσουν προκηρύξεις ενάντια στην μοναρχία, σε πολλές περιοχές οι εργάτες έσκιζαν τις προκηρύξεις και τους χτυπούσαν.
Παρ’ όλα αυτά, μέσα σε εννιά μήνες οι ίδιοι αυτοί εργάτες είχαν οργανώσει μια επαναστατική γενική απεργία και ένα σοβιέτ και ως το τέλος του ίδιου χρόνου οι εργάτες της Μόσχας είχαν ξεσηκωθεί με ένοπλη εξέγερση.
Σε όλα τα αστικά κέντρα, οι σοσιαλδημοκράτες άρχισαν να μετατρέπονται σε αποφασιστική δύναμη. Η επανάσταση του 1905 ηττήθηκε, κυρίως επειδή το κίνημα στην ύπαιθρο αναπτύχθηκε με καθυστέρηση, αφού οι εργάτες των πόλεων είχαν ήδη ηττηθεί.
Για αρκετά χρόνια (1907-11), η Ρωσία βυθίστηκε στη μαύρη νύχτα της αντίδρασης. Όμως, το 1911-12 υπήρξε ένα νέο ξεκίνημα που χαρακτηρίστηκε από ένα μαζικό κύμα απεργιών (που αντανακλούσαν την ανοδική πορεία της οικονομίας), το οποίο ξεκίνησε με οικονομικά αιτήματα και γρήγορα έλαβε πολιτικό χαρακτήρα.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι Μπολσεβίκοι κέρδισαν την αποφασιστική πλειοψηφία στην οργανωμένη εργατική τάξη. Έσπασαν από την οπορτουνιστική πτέρυγα των Μενσεβίκων το 1912 και δημιούργησαν το Μπολσεβίκικο Κόμμα.
Θα πρέπει πάντως να θυμόμαστε πως οι Μπολσεβίκοι και οι Μενσεβίκοι υπήρχαν σαν διαφορετικές τάσεις στο παραδοσιακό μαζικό κόμμα των εργατών – το ΣΔΕΚΡ (Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας) και μετά ακόμα το 1912 οι Μπολσεβίκοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους σαν ΣΔΕΚΡ (Μπ.).
Κατά την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Ρωσία βρέθηκε άλλη μια φορά στο χείλος της επανάστασης. Δεν αποκλείεται οι Μπολσεβίκοι να είχαν έρθει στην εξουσία από τότε, αλλά η εξέλιξη αυτή διακόπηκε από την έναρξη των εχθροπραξιών τον Αύγουστο του 1914. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το Μπολσεβίκικο Κόμμα αποδεκατίστηκε από συλλήψεις και εξορίες. Η νεολαία που ήταν η κύρια πηγή στρατολόγησης νέων μελών, κατατάχθηκε στο στρατό, όπου το εργατικό στοιχείο πνίγηκε στις θάλασσες των οπισθοδρομικών αγροτών στρατιωτών.
Στην εξορία, ο Λένιν ήταν σε επαφή με λίγες δεκάδες συντρόφους. Το 1915 στη Συνδιάσκεψη των Σοσιαλιστών Διεθνιστών στο Τσίμερβαλντ, ο Λένιν αστειεύτηκε λέγοντας πως όλοι οι επαναστάτες διεθνιστές του κόσμου χωρούσαν σε δύο βαγόνια τρένου..
Σε μια συνάντηση των Ελβετών Νέων Σοσιαλιστών τον Ιανουάριο του 1917, ο Λένιν είπε πως πιθανά δε θα ζούσε, για να δει μια σοσιαλιστική επανάσταση. Παρ’ όλα αυτά, μέσα σε μερικές εβδομάδες ο Τσάρος είχε εκθρονιστεί και στο τέλος του χρόνου ο Λένιν ήταν επικεφαλής της πρώτης εργατικής κυβέρνησης στον κόσμο.
Πώς να εξηγήσει κανείς μια τέτοια δραματική εξέλιξη των γεγονότων; Χυδαίοι ιστορικοί εξηγούν την επανάσταση σαν το αποτέλεσμα της τρομερής εξαθλίωσης. Αυτό είναι μονόπλευρο και εσφαλμένο. Εάν ήταν σωστό, όπως εξήγησε ο Τρότσκι, οι μάζες σε μια χώρα σαν την Ινδία θα ήταν σε διαρκή εξέγερση. Η νίκη της αντίδρασης την περίοδο 1907-1911 διευκολύνθηκε από την οικονομική κρίση που ερχόμενη μετά από μια πολιτική ήττα, προσωρινά έφερε σύγχυση και αποπροσανατόλισε τους εργάτες. Όπως προέβλεψε τότε ο Τρότσκι, απαιτήθηκε η οικονομική ανάκαμψη της περιόδου 1911-12 για να μπορέσει το κίνημα να ανακάμψει.
Οικονομικές ανθίσεις και υφέσεις
Στην πραγματικότητα, ούτε οι οικονομικές ανθίσεις ούτε οι υφέσεις μπορούν από μόνες τους να προκαλέσουν επαναστάσεις. Όμως, η γρήγορη και απότομη εναλλαγή των υφέσεων και των ανακάμψεων, η διατάραξη της «κανονικής» ροής των πραγμάτων είναι αυτή που προκαλεί τη γενική αβεβαιότητα και αστάθεια και οδηγεί τους ανθρώπους στην αμφισβήτηση του στάτους κβο. Ακόμα βαθύτερα είναι τα σοκ που προκαλούν οι πόλεμοι: φέρνουν τα πάνω κάτω, ξεριζώνοντας εκατομμύρια ανθρώπους και υποχρεώνοντας άντρες και γυναίκες να αποβάλλουν τις ψευδαισθήσεις τους και τελικά να βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο με την ωμή πραγματικότητα.
Η Επανάσταση του Φλεβάρη ήταν μια σαφής εκδήλωση του γεγονότος πως το παλιό καθεστώς είχε φτάσει σε αδιέξοδο. Όπως και το 1904-5, η στρατιωτική ήττα συνέβαλε αποφασιστικά στην αποκάλυψη της βαθύτερης σαπίλας του Τσαρισμού.
Αλλά το να αποκαλύπτεις κάτι, δε σημαίνει ότι το προκαλείς κιόλας. Η κρίση της διεθνούς χρηματαγοράς και η υποτίμηση της λίρας πρόσφατα αποκάλυψαν τη χρόνια αδυναμία της βρετανικής οικονομίας. Όμως, η παρακμή του βρετανικού καπιταλισμού συνέβη βαθμιαία σε μια περίοδο δεκαετιών, αλλά συγκαλυπτόταν από τη γενική άνοδο της παγκόσμιας οικονομίας. Αυτό εξηγήθηκε από τους μαρξιστές δεκαετίες πριν. Η διαφορά είναι ότι τώρα, κάτω από την αμείλικτη πίεση της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, οι μάζες του βρετανικού λαού αρχίζουν να συνειδητοποιούν αυτή την αλήθεια.
Το απεργιακό κίνημα στην Πετρούπολη, που άρχισε κατά τη διάρκεια του πολέμου, γιγαντώθηκε στις αρχές του 1917. Η αυξημένη δυσφορία, με επίκεντρο τα βιομηχανικά κέντρα, έφτασε μέχρι το στράτευμα που υπέφερε από τις ήττες και την εξάντληση. Η κρίση του καθεστώτος αποτέλεσε τον προάγγελο του κινήματος των μαζών.
Κάθε επανάσταση δεν ξεκινά από τη βάση, αλλά από την κορυφή. Τα πρώτα σημάδια της επανάστασης είναι μια σειρά από κρίσεις και διασπάσεις της άρχουσας τάξης που αισθάνεται πως βρίσκεται σε αδιέξοδο και ότι είναι ανίκανη να συνεχίσει να κυβερνά με τον παλιό τρόπο.
Ο Τρότσκι το εκφράζει με την ακόλουθη πρόταση: «Η επανάσταση ξεσπά, όταν όλοι οι ανταγωνισμοί μιας κοινωνίας φτάνουν στη μεγαλύτερη ένταση τους. Αλλά αυτό κάνει την κατάσταση ανυπόφορη ακόμα και για τις τάξεις της παλιάς κοινωνίας – δηλαδή όλους εκείνους που είναι καταδικασμένοι να διαλυθούν.»
Η οσμή της διαφθοράς και των σκανδάλων περικυκλώνει πάντα ένα καθεστώς που έχει ξεπεράσει τον ορίζοντα της ζωής του. Η σημερινή επιδημία πολιτικών και οικονομικών σκανδάλων στη Βρετανία, την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ, την Ιταλία κλπ, είναι τόσο τυχαία όσο το καθεστώς Ρασπούτιν στην αυλή του «Νικολάου του Αιματοβαμμένου» ή την περίπτωση της Μαντάμ ντε Πομπαντούρ στο Παλαιό Καθεστώς της Γαλλίας.
Οι Κοζάκοι
Παρ’ όλη τη στρατιωτική υπεροπλία του, την αστυνομία, τους Κοζάκους και τις μυστικές του υπηρεσίες, ο Τσαρισμός έπεσε στην πρώτη σοβαρή αμφισβήτησή του σαν ένα σάπιο μήλο στο δυνατό φύσημα του ανέμου. Ο στρατός κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα, μόλις οι εργάτες τον αντιμετώπισαν με πρόδηλη αποφασιστικότητα να αλλάξουν την κοινωνία.
Η εργατική τάξη σαν σύνολο μαθαίνει από την εμπειρία - ειδικά την εμπειρία των μεγάλων γεγονότων. Η εμπειρία του 1905, παρά την ήττα, είχε αφήσει στα μυαλά των εργατών μια ανεξίτηλη εντύπωση που αμέσως επανενεργοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1917 με τη δημιουργία των Σοβιέτ, δηλαδή εκλεγμένων επιτροπών εργατών και στρατιωτών - τα οποία ήταν ταυτόχρονα όργανα πάλης και δυνητικά όργανα μιας νέας εξουσίας.
Όπως έχει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία, κατά την επανάσταση του Φλεβάρη οι εργάτες είχαν την εξουσία στα χέρια τους, αλλά δεν αναγνώριζαν αυτό το γεγονός. Με τη σωστή ηγεσία η εργατική τάξη θα μπορούσε να πραγματοποιήσει αμέσως τη σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά υπό την ηγεσία των Μενσεβίκων και των Σοσιαλεπαναστατών, η Φεβρουαριανή Επανάσταση κατέληξε στο έκτρωμα της «δυαδικής εξουσίας».
Η Επανάσταση δε σημαίνει τίποτε άλλο από την εκρηκτική είσοδο στην πολιτική σκηνή εκατομμυρίων ανδρών και γυναικών χωρίς προηγούμενη εμπειρία στην πολιτική, αναζητώντας μια λύση στα πιο πιεστικά τους προβλήματα.
Αναπόφευκτα, οι μάζες αναζητούν αρχικά τη γραμμή της μικρότερης αντίστασης, τις ευκολότερες λύσεις: τις γνωστές πολιτικές μορφές, τα οικεία πολιτικά κόμματα.
Στην περίπτωση της Ρωσίας, ο ίδιος ο πόλεμος είχε καθοριστική επίδραση στη μεταβολή του συσχετισμού των δυνάμεων. Εδώ, με τον όρο «μάζες» αντιπροσωπεύεται πρώτα και κύρια η αγροτιά που αποτελούσε τη ραχοκοκαλιά του τσαρικού στρατού. Ως το 1914, οι Μπολσεβίκοι είχαν την ηγεσία των τεσσάρων πέμπτων της οργανωμένης εργατικής τάξης. Αλλά η κατάσταση αυτή μεταβλήθηκε εξαιτίας του πολέμου.
Στην Επανάσταση του Φλεβάρη, ολόκληρη η ισορροπία των ταξικών δυνάμεων μεταβλήθηκε από την εκρηκτική εμφάνιση στη σκηνή της μάζας των πολιτικά ανώριμων εργατών που πρόσκεινταν στους Μενσεβίκους. Το αποφασιστικό στοιχείο στην εξίσωση ήταν ο στρατός, στον οποίο οι αγρότες είχαν μια συντριπτική πλειοψηφία. Οι αγρότες στρατιώτες που είχαν πρόσφατα αφυπνιστεί στην πολιτική ζωή, στράφηκαν όχι προς τους Μπολσεβίκους, αλλά προς τους «μετριοπαθείς» Σοσιαλιστές ηγέτες, τους Μενσεβίκους και ιδιαίτερα τους Σοσιαλεπαναστάτες.
Οι εργάτες, μετά την εμπειρία του 1905, φοβούνταν την προοπτική μιας ρήξης με τους ένστολους αγρότες και ήταν αποφασισμένοι να περιμένουν. Το ειδικό βάρος της αγροτιάς, σε συνδυασμό με την πολιτική απειρία των εργατικών μαζών, τους οδηγούσε στους Μενσεβίκους και τους Σοσιαλεπαναστάτες, καθιστώντας τους Μπολσεβίκους μια μικρή μειοψηφία στα πρώτα στάδια της επανάστασης.
Οι Μενσεβίκοι
Οι μάζες εμπιστεύτηκαν τους ρεφορμιστές εργατικούς ηγέτες. Και οι τελευταίοι, όπως πάντα, εμπιστεύτηκαν τη «φιλελεύθερη» πτέρυγα της αστικής τάξης, που με τη σειρά της αγωνιζόταν απελπισμένα να υπερασπίσει τη μοναρχία και να θέσει ένα τέλος στην επανάσταση. Εν τω μεταξύ, στα παρασκήνια, οι αντιδραστικοί στρατηγοί προετοίμαζαν πραξικόπημα.
Ούτε για πρώτη αλλά ούτε και για τελευταία φορά, οι εργάτες αγωνίστηκαν και κατάφεραν να νικήσουν, μόνο για να στερηθούν τελικά τους καρπούς της νίκης τους από την ίδια τους την ηγεσία. Οι Σοσιαλεπαναστάτες και οι Μενσεβίκοι ηγέτες είχαν καταληφθεί από μια έμμονη ιδέα: να ξαναδώσουν το γρηγορότερο δυνατό την εξουσία πίσω στους τραπεζίτες και τους καπιταλιστές.
Η Προσωρινή Κυβέρνηση που προέκυψε από την Επανάσταση του Φλεβάρη, ήταν μια κυβέρνηση γαιοκτημόνων και καπιταλιστών που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους «δημοκράτες». Ο ηγέτης της δεξιάς πτέρυγας των Εργατικών («Τρουντοβικοί»), ο Κερένσκι, μπήκε στην κυβέρνηση σαν Υπουργός Δικαιοσύνης. Υπουργός Πολέμου ήταν ο μεγάλος μοσχοβίτης βιομήχανος, Γκουτσκώφ. Ο «φιλελεύθερος» Μιλιούκωφ έγινε Υπουργός Εξωτερικών.
Οι αγωνιστές εργάτες είχαν μια βαθιά δυσπιστία προς την κυβέρνηση. Αλλά στις πλατύτερες μάζες της κοινωνίας επικρατούσε ένα κύμα ευφορίας. Είχαν αυταπάτες για τους ηγέτες τους και θεωρούσαν τον Κερένσκι τη φωνή τους στην κυβέρνηση.
Η επικρατούσα ατμόσφαιρα της επαναστατικής δημοκρατικής μέθης επηρέασε ακόμα και μερικούς Μπολσεβίκους ηγέτες της Πετρούπολης. Ο Λένιν ήταν ακόμα εξόριστος στην Ελβετία. Οι κύριοι ηγέτες στην Πετρούπολη, ο Κάμενεφ και ο Στάλιν, υπέκυψαν στις πιέσεις για «ενότητα». Ενστικτωδώς, οι Μπολσεβίκοι της Πετρούπολης στράφηκαν ενάντια στη Προσωρινή Κυβέρνηση, την οποία σωστά χαρακτήριζαν αντεπαναστατική. Όμως, οι Κάμενεφ και Στάλιν οδηγούσαν το κόμμα σε στενή συμμαχία με τους Σοσιαλεπαναστάτες και τους Μενσεβίκους, και μάλιστα πρότειναν ακόμα και επανένωση με τους τελευταίους.
Από την εξορία στην Ελβετία, ο Λένιν παρακολουθούσε την κατάσταση με ανησυχία. Τα πρώτα του τηλεγραφήματα στην Πετρούπολη ήταν αδιάλλακτα σε τόνο και περιεχόμενο: «Η τακτική μας είναι: απόλυτη έλλειψη εμπιστοσύνης, καμιά υποστήριξη στη νέα κυβέρνηση. Να υποψιάζεστε ειδικά τον Κερένσκι. Μοναδική εγγύηση ο εξοπλισμός του προλεταριάτου. Άμεσες εκλογές στην Επιτροπή Πόλης της Πετρούπολης. Καμιά αποκατάσταση σχέσεων με άλλα κόμματα.»
Η επιστροφή του Λένιν
Μετά την επιστροφή του Λένιν, τον Απρίλη του 1917, το Μπολσεβίκικο Κόμμα μπήκε σε κρίση. Αυτό είναι νόμος σε μια επαναστατική κατάσταση, όταν η πίεση από ξένες ταξικές δυνάμεις βαραίνει πάνω στο κόμμα και την ηγεσία του: η πίεση για «ενότητα της Αριστεράς», ο φόβος της απομόνωσης και όλα τα σχετικά.
Η ένταση μεταξύ του Λένιν και της πλειοψηφίας της ηγεσίας ήταν τόσο μεγάλη που αμέσως μετά την επιστροφή του, ο Λένιν αναγκάστηκε να δημοσιεύσει στην Πράβντα τις «Θέσεις του Απρίλη» με την υπογραφή του.
Στη Συνδιάσκεψη του Απρίλη, στην οποία έλαβε χώρα έντονη διαμάχη, ο Λένιν προειδοποίησε ότι, από το να αποδεχθεί τη θέση των Κάμενεφ και Στάλιν, προτιμούσε να μείνει μόνος του «σαν τον Καρλ Λίμπκνεχτ, ένας απέναντι σε 110» (αναφερόμενος στη θαρραλέα αντιπολεμική στάση του Λίμπκνεχτ στην κοινοβουλευτική ομάδα του γερμανικού SPD).
Ο Λένιν εξήγησε πως η επανάσταση δεν είχε πετύχει τους κεντρικούς στόχους της, πως ήταν απαραίτητη η ανατροπή της Προσωρινής Κυβέρνησης, πως οι εργάτες έπρεπε να πάρουν την εξουσία μαζί με τις μάζες των φτωχών αγροτών. Μόνο έτσι θα μπορούσε να τερματιστεί ο πόλεμος, να δοθεί η γη στους αγρότες και να δημιουργηθούν οι συνθήκες για τη μετάβαση σε ένα σοσιαλιστικό καθεστώς.
Στην ουσία τους, αυτές οι ιδέες ήταν ταυτόσημες με τις προοπτικές που ο Τρότσκι επεξεργάστηκε με εκπληκτικό τρόπο την περίοδο 1904-5 και είναι γνωστές στην ιστορία σαν η θεωρία της «Διαρκούς Επανάστασης».
Οι ιδέες του Λένιν τελικά επικράτησαν. Όμως, οι Μπολσεβίκοι παρέμεναν μειοψηφία στα Σοβιέτ και οι ηγέτες των Σοβιέτ - οι Μενσεβίκοι και οι Σοσιαλεπαναστάτες - στήριζαν την Προσωρινή Κυβέρνηση.
Και εδώ βλέπουμε την ευέλικτη τακτική του Λένιν που δεν είχε καμία σχέση με τον υπεραριστερό τυχοδιωκτισμό. Με το σύνθημα «εξηγούμε υπομονετικά» προέτρεψε τους Μπολσεβίκους να πείσουν τους εργάτες των Σοβιέτ και να θέσουν καθήκοντα στους ρεφορμιστές ηγέτες. Να απαιτήσουν δράση αντί για λόγια, να δημοσιεύσουν τις μυστικές συμφωνίες, να τερματίσουν τον πόλεμο, να σπάσουν από την αστική τάξη και να πάρουν την εξουσία στα δικά τους χέρια. Ο Λένιν εξηγούσε ότι εάν όλα αυτά γίνονταν, τότε ο αγώνας για την εξουσία θα περιοριζόταν σε έναν ειρηνικό αγώνα για την πλειοψηφία στα Σοβιέτ.
Παίρνοντας την εξουσία
Όμως, οι Μενσεβίκοι και οι Σοσιαλεπαναστάτες ηγέτες δεν είχαν καμία πρόθεση να ξεκόψουν από την αστική Προσωρινή Κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα, τρομοκρατούνταν στην ιδέα να πάρουν την εξουσία και φοβούνταν περισσότερο τους εργάτες και τους αγρότες παρά τους αντεπαναστάτες στρατηγούς.
Η αλήθεια ήταν πως η Προσωρινή Κυβέρνηση ήταν ένα άδειο κέλυφος. Υπήρχαν μόνο δύο πραγματικές εξουσίες και μία από τις δύο έπρεπε να ανατραπεί.
Από τη μία μεριά ήταν τα Σοβιέτ των εργατών και των αγροτών, και από την άλλη τα υπολείμματα του μηχανισμού του παλιού καθεστώτος που συσπειρώνονταν γύρω από τη μοναρχία και τους στρατηγούς, οι οποίοι κάτω από την προστατευτική σκιά της Προσωρινής Κυβέρνησης προετοιμάζονταν για την αποφασιστική αναμέτρηση με τα Σοβιέτ.
Εκρηκτική ανάπτυξη
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά μιας επαναστατικής κατάστασης είναι η ταχύτητα, με την οποία μπορεί να μεταβληθεί η διάθεση των μαζών. Οι εργάτες μαθαίνουν γρήγορα πάνω στη βάση των γεγονότων.
Έτσι, μια επαναστατική τάση είναι δυνατό να γνωρίσει εκρηκτική ανάπτυξη και από μια μικρή μειοψηφία να μετατραπεί σε αποφασιστική δύναμη, αλλά υπό έναν όρο: να συνδυάζει ευέλικτες τακτικές με αδιάλλακτη σταθερότητα σε όλα τα πολιτικά ζητήματα.
Στην αρχή, ο Λένιν χλευάστηκε από τους αντιπάλους του ως ένας απελπισμένος «σεχταριστής» που μένοντας εκτός της «αριστερής ενότητας» ήταν καταδικασμένος σε αποτυχία. Όμως, σύντομα το ρεύμα άρχισε να στρέφεται με γοργούς ρυθμούς προς τον Μπολσεβικισμό.
Σε μια επανάσταση, έγραψε ο Τρότσκι, «το πιο ακραίο υποσκελίζει πάντα αυτό που είναι λιγότερο». Οι εργάτες τελικά καταλαβαίνουν την ορθότητα των ιδεών μιας επαναστατικής τάσης μέσα από τη δική τους εμπειρία, ειδικά την εμπειρία των μεγάλων γεγονότων.
Τα μεγάλα γεγονότα είναι απολύτως αναγκαία, ώστε οι εργάτες να πείσουν τους εαυτούς τους για την ανάγκη ενός ριζοσπαστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας. Τα διάφορα στάδια στην ανάπτυξη της συνείδησης της τάξης αντανακλώνται στη διαδοχική άνοδο και πτώση πολιτικών κομμάτων, ρευμάτων, προγραμμάτων και προσώπων.
Η αποτυχία της αστικής Προσωρινής Κυβέρνησης να λύσει ακόμα και το πιο απλό από τα βασικά προβλήματα της κοινωνίας προκάλεσε μια έντονη αντίδραση στα μεγαλύτερα εργατικά κέντρα, ειδικά στην Πετρούπολη, όπου το μαχητικό προλεταριάτο συνυπήρχε με τους επαναστάτες ναύτες (που, αντίθετα από το πεζικό, προέρχονταν κυρίως από το εργοστασιακό προλεταριάτο και ειδικότερα από τους ειδικευμένους εργάτες).
Η διαρκής αύξηση των τιμών και η μείωση της μερίδας ψωμιού προκάλεσαν ένα ισχυρό κύμα δυσαρέσκειας. Πάνω απ’ όλα, η συνέχιση του πολέμου ανέβασε την πολιτική θερμοκρασία σε σημείο βρασμού.
Οι εργάτες αντέδρασαν με μαζικές διαδηλώσεις που άρχισαν τον Απρίλη και φανέρωσαν τη στροφή της διάθεσης των εργατών προς όλο και πιο αριστερή κατεύθυνση. Παράλληλα, οι δυνάμεις της αντίδρασης προσπάθησαν να κινητοποιηθούν στους δρόμους, οδηγώντας σε συγκρούσεις.
Διαδήλωση
Οι Μπολσεβίκοι κάλεσαν σε διαδήλωση τον Απρίλη, για να ασκήσουν πίεση στους ρεφορμιστές ηγέτες και να δοκιμάσουν τις διαθέσεις του κεφαλαίου.
Ψηφίσματα από τα εργοστάσια και τις εργατικές περιοχές έφταναν στην Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ απαιτώντας το σπάσιμο με την αστική τάξη. Εργάτες έρχονταν στις τοπικές επιτροπές, ρωτώντας πώς μπορούσαν να μεταφέρουν τα ονόματά τους από τους Μενσεβίκους στους Μπολσεβίκους.
Στις αρχές του Μάη, οι Μπολσεβίκοι είχαν με το μέρος τους τουλάχιστον το ένα τρίτο των εργατών στην Πετρούπολη.
«Κάθε μαζική δράση», έγραφε ο Τρότσκι, «ανεξάρτητα από τον αρχικό της σκοπό, είναι μια προειδοποίηση προς την ηγεσία. Αυτή η προειδοποίηση έχει στην αρχή ήπιο χαρακτήρα, αλλά με την πάροδο του χρόνου γίνεται όλο και περισσότερο αποφασιστική. Μέχρι τον Ιούλη είχε γίνει απειλή. Τον Οκτώβρη είχαμε την τελική πράξη».
Β. Από τον Απρίλη στον Οκτώβρη
Οι απολογητές της άρχουσας τάξης πάντοτε προσπαθούν να παρουσιάσουν την επανάσταση σαν ένα αιμοδιψές γεγονός. Οι ρεφορμιστές ηγέτες εμφανίζονται σαν ειρηνόφιλοι κοινοβουλευτικοί δημοκράτες. Όμως, η ιστορία αποδεικνύει πως και οι δύο θέσεις είναι λαθεμένες.
Οι πιο αιματηρές σελίδες της ιστορίας των κοινωνικών συγκρούσεων εμφανίζονται, όταν μια δειλή και ανόητη ηγεσία διστάζει στο αποφασιστικό σημείο και αποτυγχάνει να βάλει τέλος στην κρίση της κοινωνίας με θαρραλέα δράση. Η πρωτοβουλία περνάει τότε στις δυνάμεις της αντεπανάστασης που είναι αταλάντευτα ανελέητες και προετοιμασμένες να περάσουν μέσα από ποτάμια αίματος, για να «δώσουν στις μάζες ένα μάθημα».
Τον Απρίλη του 1917, οι ρεφορμιστές ηγέτες των Σοβιέτ θα μπορούσαν να είχαν πάρει «ειρηνικά» την εξουσία - όπως τους προέτρεπε ο Λένιν να κάνουν. Δε θα υπήρχε εμφύλιος πόλεμος. Το κύρος αυτών των ηγετών ήταν τέτοιο, που οι εργάτες και οι αγρότες θα τους ακολουθούσαν χωρίς όρους. Οι αντιδραστικοί θα ήταν σαν στρατηγοί χωρίς στρατό.
Αλλά η άρνηση των ρεφορμιστών να πάρουν την εξουσία ειρηνικά, έκανε τη σύγκρουση και την αιματοχυσία αναπόφευκτη και έθεσε σε αμφισβήτηση τις κατακτήσεις της επανάστασης.
Με τον ίδιο τρόπο, οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες ηγέτες παρέδωσαν την εξουσία που κερδήθηκε από τους Γερμανούς εργάτες και αγρότες το 1918, διαπράττοντας ένα έγκλημα, το οποίο πλήρωσε όλος ο κόσμος με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και του όλεθρο του παγκοσμίου πολέμου.
Αντί να πάρουν την εξουσία, οι Μενσεβίκοι και οι Σοσιαλεπαναστάτες ηγέτες μπήκαν στην κυβέρνηση συνεργασίας με τους αστούς ηγέτες.
Οι μάζες αρχικά χαιρέτησαν αυτή τη κίνηση, πιστεύοντας πως οι σοσιαλιστές υπουργοί βρίσκονται εκεί, για να αντιπροσωπεύσουν τα συμφέροντα τους. Για μια ακόμα φορά, μόνο τα γεγονότα μπορούσαν να επιφέρουν μια αλλαγή στη συνείδηση. Αναπόφευκτα, οι σοσιαλιστές υπουργοί έγιναν τα πιόνια των γαιοκτημόνων και των καπιταλιστών και πάνω απ’ όλα του αγγλο-γαλλικού ιμπεριαλισμού - όλοι απαιτούσαν ακλόνητα μια νέα επίθεση στο ρωσικό μέτωπο.
Αυτοί οι ίδιοι «σοσιαλιστές» που λίγο πριν είχαν μια φιλειρηνική θέση, μόλις πέρασαν την πόρτα του υπουργείου, αμέσως ξέχασαν τους λόγους τους στο Τσίμμερβαλντ και υποστήριξαν τον πόλεμο με ενθουσιασμό. Μια νέα επίθεση ανακοινώθηκε. Τα μέτρα για την επανεισαγωγή της πειθαρχίας στο στρατό αντανακλούσαν μια προσπάθεια να δοθεί η εξουσία πίσω στην κάστα των αξιωματικών.
Η διάθεση των εργατών της Πετρούπολης έγινε εκρηκτική. Σαν προειδοποίηση και επίδειξη δύναμης, οι Μπολσεβίκοι σκέφτηκαν μια ένοπλη διαδήλωση τον Ιούνιο, για να ασκηθεί πίεση στην Επιτροπή των Σοβιέτ.
Το κόμμα έδινε φωνή στην αναπτυσσόμενη απογοήτευση των εργατών της Πετρούπολης, συμπυκνωμένη σε συνθήματα που απευθύνονταν στους ρεφορμιστές ηγέτες του Σοβιέτ: «Πάρτε την κρατική εξουσία», «Σπάστε από τους αστούς», «Απορρίψτε την ιδέα του συνασπισμού και πάρτε την εξουσία στα δικά σας χέρια».
Η ιδέα μιας ένοπλης διαδήλωσης προκάλεσε υστερική αντίδραση στους μικροαστούς ηγέτες που ξεκίνησαν μια καμπάνια δυσφήμισης, παρουσιάζοντας τη διαδήλωση σαν μια προσπάθεια πραξικοπήματος. Ο Μενσεβίκος υπουργός Τσερετέλι προειδοποίησε πως «όσοι δε γνωρίζουν πως να χειρίζονται τα όπλα θα πρέπει να αφοπλιστούν».
Σαν μια μικρή μειοψηφία στο Συμβούλιο των Σοβιέτ (με τη συνεδρίαση του οποίου σχεδιαζόταν να συμπέσει η διαδήλωση), οι Μπολσεβίκοι αποφάσισαν να υποχωρήσουν. Η ιδέα μιας ένοπλης διαδήλωσης απορρίφθηκε. Στη θέση της, το Συμβούλιο των Σοβιέτ κάλεσε μια άοπλη διαδήλωση την 1η Ιουλίου. Αυτή η προσπάθεια ελιγμού των Μπολσεβίκων είχε απροσδόκητο αποτέλεσμα
Η ανάπτυξη της συνείδησης
Οι εργάτες και οι αγρότες πήγαν στη «νόμιμη» διαδήλωση κρατώντας, πλακάτ με τα συνθήματα των Μπολσεβίκων: «Όχι στις μυστικές συμφωνίες», «Κάτω οι δέκα καπιταλιστές υπουργοί», «Όχι στον πόλεμο», «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ».
Σε μια επανάσταση, ακόμα και τέτοιες τρομερά ευέλικτες και δημοκρατικές οργανώσεις, όπως τα Σοβιέτ, δεν μπορούν να αντανακλούν τις απότομες στροφές της διάθεσης των μαζών. Το Σοβιέτ έμεινε πίσω από την εργοστασιακή επιτροπή και η εργοστασιακή επιτροπή έμεινε πίσω από τις μάζες. Πάνω απ’ όλα, οι στρατιώτες έμειναν πίσω από τους εργάτες και οι καθυστερημένες περιοχές έμειναν πίσω από την επαναστατημένη Πετρούπολη.
Η διαδικασία ανάπτυξης της συνείδησης δεν είναι ποτέ ομοιόμορφη. Διαφορετικά στρώματα φτάνουν σε διαφορετικά συμπεράσματα σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος τα πιο προχωρημένα στρώματα της τάξης να προχωρήσουν πολύ γρήγορα πολύ μπροστά και να αποχωριστούν από την πλειοψηφία, οδηγώντας σε καταστρεπτικές επιπτώσεις.
Εξαγριωμένα από την αντίδραση, τα πιο ριζοσπαστικοποιημένα τμήματα της φρουράς της Πετρούπολης προετοιμάζονταν για μια ένοπλη διαδήλωση. Κατανοώντας πως οι άλλες περιοχές δεν ήταν ακόμα έτοιμες για μια συνολική ρήξη με την Προσωρινή Κυβέρνηση, οι Μπολσεβίκοι προσπάθησαν να συγκρατήσουν τους στρατιώτες. Στο τέλος όμως, αναγκάστηκαν να μπουν επικεφαλής της διαδήλωσης, για να προλάβουν τη σφαγή.
Όπως είχαν προειδοποιήσει οι Μπολσεβίκοι, η κυβέρνηση άρπαξε την ευκαιρία, για να συντρίψει το κίνημα, στηριγμένη στις πιο καθυστερημένες στρατιωτικές μονάδες.
Οι «Μέρες του Ιούλη» κατέληξαν σε ήττα αλλά, εξ’ αιτίας της υπεύθυνης ηγεσίας των Μπολσεβίκων, οι επιπτώσεις της ήττας περιορίστηκαν στο ελάχιστο και δεν κράτησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Μια επανάσταση δεν είναι ένα θεατρικό έργο με μια πράξη. Ούτε είναι μια απλή εξελικτική διαδικασία. Η Ρωσική Επανάσταση ξετυλίχθηκε σε εννέα μήνες. Η Ισπανική Επανάσταση κράτησε επτά χρόνια - από την πτώση της μοναρχίας το 1931 ως τις μέρες του Μαΐου του 1937 στη Βαρκελώνη. Μέσα σε μια επανάσταση υπάρχουν περίοδοι εκρηκτικών προχωρημάτων αλλά υπάρχουν επίσης και περίοδοι υποχώρησης, ήττας, ακόμα και αντίδρασης. Έτσι, μετά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση ακολούθησε η αντίδραση μετά τις μέρες του Ιουλίου.
Οι Μπολσεβίκοι κατηγορήθηκαν ότι είναι Γερμανοί πράκτορες και κυνηγήθηκαν ανελέητα με συλλήψεις και φυλακίσεις. Ο Λένιν αναγκάστηκε να κρυφτεί και να πάει στην Φινλανδία.
Η αντεπανάσταση
Μετά τον Φεβρουάριο, η αντεπανάσταση προετοιμαζόταν καλυμμένη πίσω από το παραπέτασμα της Προσωρινής Κυβέρνησης. Η αντεπίθεση και η συντριβή των Μπολσεβίκων τον Ιούλιο, έγειραν τώρα τη ζυγαριά προς τα δεξιά. Η στρατιωτική κάστα ξεκίνησε προετοιμασίες για ένα πραξικόπημα. Αυτή η πορεία κορυφώθηκε στην κίνηση του στρατηγού Κορνίλωφ στο τέλος του Αυγούστου.
Μόνο η γενναία αντίδραση των εργατών και των στρατιωτών έσωσε την επανάσταση. Οι εργάτες των σιδηροδρόμων, ρισκάροντας τις ζωές τους, αρνήθηκαν να κινήσουν τα τρένα ή τα οδηγούσαν σε λάθος κατεύθυνση. Ο στρατός του Κορνίλωφ βρέθηκε χωρίς τροφοδοσία, χωρίς πετρέλαιο, αποδιοργανωμένος και αποπροσανατολισμένος. Προπαγανδιστές - κυρίως Μπολσεβίκοι - προσχωρούσαν στα στρατεύματα του Κορνίλωφ και κέρδιζαν τους στρατιώτες στις ιδέες της επανάστασης. Ο Κορνίλωφ κατέληξε να είναι ένας στρατηγός χωρίς στρατό.
Απρόθυμα οι Μενσεβίκοι και οι Σοσιαλεπαναστάτες αναγκάστηκαν να νομιμοποιήσουν τους Μπολσεβίκους. Αλλά εκείνη την στιγμή, οι μάζες είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν την πραγματική κατάσταση των πραγμάτων.
Σε ένα πρώτο άρθρο για την επανάσταση, γραμμένο στα διαλείμματα των διαπραγματεύσεων της ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόβσκ, ο Τρότσκι περιέγραψε τα γεγονότα που ήταν ακόμα φρέσκα στο μυαλό του: «Η ανάπτυξη της επιρροής και της δύναμης των Μπολσεβίκων ήταν αναμφισβήτητη και είχε τώρα πια μια τεράστια ορμή. Οι Μπολσεβίκοι είχαν προειδοποιήσει για την Κυβέρνηση Συνεργασίας, για την αντεπίθεση τον Ιούλη, και είχαν προβλέψει την ανταρσία του Κορνίλωφ. Οι μάζες του λαού μπορούσαν πλέον παρά να δουν πως εμείς είχαμε δίκιο».
Πανικόβλητοι από την κίνηση των «άγριων ορδών» του Κορνίλωφ, οι ρεφορμιστές ηγέτες των Σοβιέτ αναγκάστηκαν να οπλίσουν τους εργάτες. Η θέση των Μπολσεβίκων έγινε τώρα αποφασιστική στα Σοβιέτ της Πετρούπολης. Επίσης, πλησίαζε ο καιρός για το δεύτερο Παν-ρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, στο οποίο οι Μπολσεβίκοι ήταν σίγουροι πως θα είχαν την πλειοψηφία.
Μέχρι κάποιο βαθμό, η αντεπαναστατική πολιτική των ρεφορμιστών ηγετών των Σοβιέτ οδήγησαν τον Λένιν στην απόφαση να ρίξει το σύνθημα «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» και να αντικαταστήσει με αυτό την ιδέα της κατάληψης της εξουσίας μέσω των εργοστασιακών επιτροπών.
Αυτό το γεγονός δείχνει την τρομερή ευελιξία των τακτικών του Λένιν. Δεν υπήρχε κανένα ζήτημα φετιχοποίησης οποιουδήποτε οργανωτικού σχήματος ακόμα και των Σοβιέτ. Όμως, η οργάνωση των στρατιωτικών μονάδων αντιπροσώπευε μια πολύ περισσότερο δημοκρατική έκφραση της θέλησης της κοινωνίας από οποιοδήποτε γνωστό καθεστώς αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην ιστορία.
Ένα από τα πιο χυδαία ψέματα σχετικά με τον Οκτώβρη είναι πως οι Μπολσεβίκοι ήταν «αντιδημοκρατικοί», επειδή βασίζονταν στη δημοκρατία των Σοβιέτ και όχι στο κοινοβούλιο. Το επιχείρημα είναι πως ο Λένιν και ο Τρότσκι αντιπροσώπευαν όχι τις μάζες αλλά μόνο μια μικρή σφιχτά πειθαρχημένη ομάδα συνωμοτών. Για αυτές τις κριτικές, ο Οκτώβρης δεν ήταν επανάσταση αλλά «πραξικόπημα».
Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Το σύστημα των Σοβιέτ το 1917 και τα αμέσως επόμενα χρόνια μετά την επανάσταση ήταν το πιο δημοκρατικό σύστημα αντιπροσώπευσης του Λαού που υπήρξε ποτέ. Ακόμα και τα πιο δημοκρατικά μοντέλα του αστικού κοινοβουλευτισμού δεν μπορούν να συγκριθούν με την απλή και άμεση δημοκρατία των Σοβιέτ. Μάλιστα, η ρωσική λέξη «σοβιέτ» σημαίνει απλά «επιτροπή» ή «συμβούλιο».
Τα Σοβιέτ γεννήθηκαν το 1905 σαν διευρυμένες «απεργιακές επιτροπές». Το 1917, τα εργατικά σοβιέτ διευρύνθηκαν, για να συμπεριλάβουν αντιπροσώπους των στρατιωτών που σχεδόν καθολικά ήταν αγρότες. Οι αντιπρόσωποι στα σοβιέτ ήταν εκλεγμένοι απ' ευθείας από τους χώρους εργασίας και ήταν άμεσα ανακλητοί. Ας κάνουμε μια σύγκριση αυτού του συστήματος με το σημερινό κοινοβουλευτικό σύστημα, όπου οι βουλευτές εκλέγονται κάθε τέσσερα χρόνια. Δεν υπάρχει έννοια ανάκλησης. Από την στιγμή που θα εκλεγεί κάποιος βουλευτής, δεν μπορεί να απομακρυνθεί μέχρι τις επόμενες γενικές εκλογές. Οι κυβερνήσεις είναι ελεύθερες να αθετήσουν τις υποσχέσεις τους - και αυτό κάνουν όλες - εκμεταλλευόμενες το γεγονός ότι δεν μπορεί κανείς να τις ανακαλέσει.
Οι περισσότεροι από τους βουλευτές είναι επαγγελματίες πολιτικοί, χωρίς καμιά επαφή με αυτούς που τους εκλέγουν. Ζουν σεν ένα άλλο κόσμο, με ψηλούς μισθούς και έξοδα, κάτι που τους τοποθετεί σε διαφορετική κοινωνική κατηγορία από τους ανθρώπους εκείνους που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν.
Σε μια επαναστατική κατάσταση, όπου οι διαθέσεις των μαζών αλλάζουν γρήγορα, οι δυσκίνητοι μηχανισμοί της αστικής δημοκρατίας θα ήταν τελείως ανίκανοι να εκφράσουν με ακρίβεια την πραγματική κατάσταση. Ακόμα και τα σοβιέτ συχνά έμεναν πίσω από τις διαθέσεις των μαζών, όπως είδαμε προηγουμένως.
Το 1918 ο Τρότσκι χαρακτήρισε την δημοκρατία των Σοβιέτ με τον ακόλουθο τρόπο: «Βασίζονται σε ομάδες που συνδέονται οργανικά μεταξύ τους όπως καταστήματα, εργοστάσια, ορυχεία, εταιρίες, στρατιωτικά τμήματα κ.λπ. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις βέβαια δεν υπάρχουν ασφαλείς εγγυήσεις για την τελεία ακρίβεια των εκλογών όπως αυτών των δημοτικών εκλογών ή των ζέμστβος» (ένα είδος εκλεγμένου περιφερειακού συμβουλίου την εποχή του Τσάρου), «αλλά υπάρχει η πολύ πιο σπουδαία εγγύηση της άμεσης και απ’ ευθείας επαφής του αντιπροσώπου με τους εκλέκτορες του. Το μέλος του περιφερειακού συμβουλίου ή του ζέμστβο βασίζεται σε μία άμορφη μάζα εκλεκτόρων που του δίνουν κύρος και εξουσία για ένα διάστημα, και μετά διαλύεται».
«Οι εκλέκτορες των σοβιέτ από την άλλη μεριά παραμένουν σε μόνιμη επαφή μεταξύ τους από τις ίδιες τις συνθήκες της ζωής και της εργασίας: ο εκπρόσωπος τους είναι συνεχώς υπό την άμεση παρακολούθηση τους και μπορεί την οποιαδήποτε στιγμή να του δοθούν νέες οδηγίες και, εάν είναι αναγκαίο, μπορεί να γίνουν επικρίσεις, να ανακληθεί και να αντικατασταθεί από κάποιον άλλο.»
Οι σοσιαλιστές της δεξιάς πτέρυγας προσπάθησαν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν τα Σοβιέτ να πάρουν την εξουσία. Πρώτα οργάνωσαν την επονομαζόμενη «Δημοκρατική Συνδιάσκεψη» ζητώντας ένα «υπεύθυνο» υπουργείο. Αυτό δεν ικανοποίησε κανέναν και έγινε αντικείμενο επίθεσης από δεξιά και αριστερά. Η γρήγορη πόλωση μεταξύ των τάξεων καταδίκαζε εκ των προτέρων σε αποτυχία όλες τις μανούβρες του «κέντρου».
Οι ατελείωτες ίντριγκες και ομαδοποιήσεις των πολιτικών συνδυάστηκε με την απελπιστική κατάσταση στο μέτωπο εκείνο τον κρύο και υγρό Αύγουστο. Στα χωριά η ανυπομονησία αυξανόταν συνεχώς.
Οι δεξιοί σοσιαλιστές υποστήριξαν πως οι χωρικοί θα πρέπει να περιμένουν για τις εκλογές της «Συντακτικής Συνέλευσης», Οι Μπολσεβίκοι απαίτησαν την άμεση μεταβίβαση της γης στις επιτροπές των αγροτών. Το σύνθημα «Ειρήνη, Ψωμί, Γη» κέρδισε την μάζα των αγροτών με το μέρος των Σοβιέτ. Μέχρι τον Οκτώβρη είχε προετοιμαστεί η κατάσταση για την τελευταία πράξη της επανάστασης.
Σε αντίθεση με την πλατιά προκατάληψη, η επανάσταση δεν είναι ίδια με μια εξέγερση. Τα εννέα δέκατα της δουλειάς μιας επανάστασης συνίστανται στο κέρδισμα της αποφασιστικής πλειοψηφίας των εργατών και στρατιωτών με υπομονετική πολιτική δουλειά, συμπυκνωμένη στο σύνθημα του Λένιν: «υπομονετική εξήγηση».
Το ίδιο απορρέει από την προπαγάνδα και την αγκιτάτσια των Μπολσεβίκων, η οποία δεν κατευθυνόταν ενάντια στους δεξιούς εργατικούς ηγέτες, αλλά κατευθυνόταν εναντίων του ταξικού εχθρού - τη μοναρχία, τους γαιοκτήμονες, τους καπιταλιστές, τους φασίστες και τους φιλελεύθερους αστούς υπουργούς της κυβέρνησης συνεργασίας.
Η πλειοψηφία των Μπολσεβίκων
Μέχρι τον Οκτώβρη, οι Μπολσεβίκοι είχαν μια καθαρή πλειοψηφία στα σοβιέτ. Ο Τρότσκι επέμενε πως η ημερομηνία της εξέγερσης θα έπρεπε να συμπίπτει με την έναρξη του Συνεδρίου των Σοβιέτ, στο οποίο οι Μπολσεβίκοι μπορούσαν να κερδίσουν την πλειοψηφία της Εκτελεστικής Επιτροπής και μπορούσαν, συνεπώς να δράσουν, με την πλήρη εμπιστοσύνη των Σοβιέτ, που αποτελούσαν την αποφασιστική πλειοψηφία της κοινωνίας.
Σε κάθε επανάσταση, φτάνει μια στιγμή, όπου μπαίνει πλέον ξεκάθαρα το ζήτημα της εξουσίας. Εκείνη την στιγμή, ή η επαναστατημένη τάξη περνάει σε αποφασιστική επίθεση ή η ευκαιρία χάνεται και μπορεί να μην ξαναπαρουσιαστεί για αρκετό διάστημα. Οι μάζες δεν μπορούν να βρίσκονται για πάντα σε εξεγερσιακή κατάσταση. Εάν η ευκαιρία χαθεί και η πρωτοβουλία περάσει στην αντεπανάσταση, τότε αναπόφευκτα θα ακολουθήσει αιματοχυσία, εμφύλιος πόλεμος και αντίδραση.
Αυτή είναι η εμπειρία κάθε επανάστασης. Το είδαμε στην περίοδο 1917-23 στη Γερμανία και το 1931-37 στην Ισπανία. Και στις δύο περιπτώσεις, η εργατική τάξη πλήρωσε για τα εγκλήματα της ηγεσίας της με μια τρομερή ήττα: τις φασιστικές δικτατορίες του Χίτλερ και του Φράνκο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που κόντεψε να καταστρέψει τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Τέτοια είναι η σημασία της ηγεσίας που, σε τελευταία ανάλυση, η μοίρα της Ρωσικής Επανάστασης καθορίστηκε από δύο ανθρώπους - τον Λένιν και τον Τρότσκι. Οι παλιότεροι ηγέτες των Μπολσεβίκων - Στάλιν, Κάμενεφ, Ζηνόβιεφ - επανειλημμένα υπέκυπταν στις πιέσεις της μικροαστικής «κοινής γνώμης» - δηλαδή στις προκαταλήψεις των ανώτερων στρωμάτων, της μεσαίας τάξης, των διανοούμενων και των μορφωμένων φιλελεύθερων ηγετών, οι οποίοι ήταν μεταμφιεσμένοι σε σοσιαλιστές. Αυτοί οι ηγέτες αντιπροσώπευαν τις πρώτες συγχυσμένες και άμορφες προσπάθειες των μαζών να βρουν μια λύση μέσω του συντομότερου δρόμου.
Σκληρή απάτη
Όμως οι εργάτες και οι αγρότες έμαθαν από την εμπειρία τους πως αυτοί οι υποτιθέμενοι σύντομοι δρόμοι ήταν μια σκληρή απάτη. Αυτή η εμπειρία, μαζί με τη σωστή πολιτική στρατηγική και τακτική του Λένιν και του Τρότσκι, προετοίμασαν ίο έδαφος για μια μαζική στροφή προς την κατεύθυνση του Μπολσεβικισμού. Αυτό δε θα μπορούσε ποτέ να συμβεί, αν είχε γίνει αποδεκτή η γραμμή των συμβιβαστικών.
Ο Λένιν συνεχώς κατηγορείτο για «σεχταρισμό» από τους εχθρούς του Μπολσεβικισμού - και από ένα τμήμα των Μπολσεβίκων ηγετών που ήθελαν ένα «πλατύ αριστερό μέτωπο» με τους Μενσεβίκους και τους Σοσιαλεπαναστάτες και φοβόντουσαν ότι θα «απομονωθούν». Αυτός ο φόβος ήταν ακόμα πιο έκδηλος μετά την εμπειρία του Ιουλίου.
Με την εξαίρεση του Λένιν και του Τρότσκι (που μπήκε στους Μπολσεβίκους την περίοδο της αντίδρασης του καλοκαιριού, μαζί με μια σημαντική ομάδα μαρξιστών), οι περισσότεροι από τους διακεκριμένους Μπολσεβίκους ήταν υπέρ της συμμετοχής στη «Δημοκρατική Συνδιάσκεψη» και ακόμα και στο «προκοινοβούλιο», το οποίο φτιάχτηκε σε αυτή τη Συνδιάσκεψη - ένα «κοινοβούλιο» χωρίς εξουσίες, εκλεγμένο από κανένα, που αντιπροσώπευε μόνο τον εαυτό του. Οι παλιοί κομματικοί ηγέτες αντανακλούσαν το παρελθόν των εργατών και των αγροτών και όχι το παρόν ή το μέλλον τους. Τελικά, οι Μπολσεβίκοι αποχώρησαν επιδεικτικά από το «προκοινοβούλιο» προς γενική ευφορία των εργατών και των αγροτών, προκαλώντας την απογοήτευση και την αγανάκτηση των συμβιβαστικών.
Εξ’ αιτίας κυρίως της δουλειά του Τρότσκι, η στρατιωτική μονάδα της Πετρούπολης κερδήθηκε εξ’ ολοκλήρου από τους Μπολσεβίκους. Ο Τρότσκι χρησιμοποίησε την Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή που φτιάχτηκε από τη ρεφορμιστική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ, για να οπλίσει τους εργάτες, ώστε να αμυνθούν ενάντια στους αντιδραστικούς. Οι εργάτες των εργοστασίων κατασκευής όπλων μοίρασαν τουφέκια στην Κόκκινη Φρουρά. Μαζικές συναντήσεις, διαδηλώσεις, ακόμα και στρατιωτικές επιδείξεις γινόντουσαν ανοικτά στους δρόμους της Πετρούπολης.
Απέχοντας πολύ από το να είναι μια μικροσκοπική μυστική ομάδα συνωμοτών, οι προετοιμασίες της εξέγερσης συμπεριλάμβαναν μαζική συμμετοχή των εργατών και των στρατιωτών.
Ο Τζων Ρηντ στο βιβλίο του «Οι δέκα ημέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο» δίνει μια γραφική περιγραφή ενός αυτόπτη μάρτυρα αυτών των μαζικών συναντήσεων που γινόντουσαν όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας με πρόσκληση των Μπολσεβίκων, των αριστερών Σοσιαλεπανασταιών, των στρατιωτών που μόλις έφταναν από το μέτωπο, ακόμα και των αναρχικών. Ακόμα και στη Φεβρουριανή Επανάσταση υπήρξαν μερικές συναντήσεις σαν και αυτές. Και όλοι μιλούσαν με μια φωνή: « Κάτω η κυβέρνηση του Κερένσκι», «Κάτω ο πόλεμος», «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ».
Η εξεγερμένη Πετρούπολη
Η ισχυρή βάση της Προσωρινής Κυβέρνησης είχε συρρικνωθεί πρακτικά στο μηδέν. Ακόμα και εκείνα τα συντηρητικά τάγματα που παρέμεναν στο μέτωπο επηρεάστηκαν από την διάθεση της επαναστατημένης Πετρούπολης. Η υποστήριξη, που η Προσωρινή Κυβέρνηση διέθετε στην πρωτεύουσα, κατέρρευσε την ίδια στιγμή που οι εργάτες άρχισαν να κινούνται. Η εξέγερση στην Πετρούπολη ήταν μια σχεδόν αναίμακτη υπόθεση.
Μερικά χρόνια αργότερα, ο διάσημος Σοβιετικός σκηνοθέτης Σεργκέι Αϊζενστάιν έφτιαξε μια ταινία που ονομαζόταν «Οκτώβρης», η οποία περιέχει τη διάσημη σκηνή της εφόδου στα Χειμερινά Ανάκτορα, κατά τη διάρκεια της οποίας συνέβησαν μερικά ατυχήματα. Περισσότεροι άνθρωποι σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας, απ' ό,τι συνέβη στο πραγματικό γεγονός.
Η προπαγάνδα της αστικής τάξης ενάντια στην Οκτωβριανή Επανάσταση είναι μια αισχρή διαστρέβλωση της ιστορίας. Η πραγματική κατάληψη της εξουσίας έγινε ήρεμα και με πολύ μικρή αντίσταση. Οι εργάτες, οι στρατιώτες και οι ναύτες κατέλαβαν το ένα κυβερνητικό κτίριο μετά το άλλο χωρίς να πέσει ούτε πυροβολισμός.
Πως ήταν αυτό δυνατό; Μόνο μερικούς μήνες νωρίτερα η θέση του Κερένσκι και της Προσωρινής Κυβέρνησης φαινόταν ακλόνητη. Αλλά την στιγμή της αλήθειας, δεν βρήκαν κανένα υποστηρικτή. Το κύρος τους είχε καταρρεύσει. Οι μάζες τους εγκατέλειψαν και στράφηκαν με το μέρος των Μπολσεβίκων.
Η ίδια η ιδέα πως όλα αυτά ήταν το αποτέλεσμα μιας έξυπνης συνωμοσίας, που διαπράχθηκε από μια μικροσκοπική ομάδα, αξίζει μόνο σαν αστυνομικό σενάριο φαντασίας, αλλά δεν μπορεί να αντέξει ούτε στην παραμικρή ανάλυση από επιστημονική σκοπιά.
Η καθολική νίκη των Μπολσεβίκων στο Συνέδριο των Σοβιέτ αποδεικνύει το γεγονός ότι οι δεξιοί ρεφορμιστές ηγέτες είχαν χάσει κάθε ίχνος υποστήριξης.
Οι Μενσεβίκοι και οι Σοσιαλεπαναστάτες κέρδισαν μόνο το ένα δέκατο του Συνεδρίου - περίπου 60 αντιπροσώπους συνολικά. Τα Σοβιέτ ψήφισαν με συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της κατάληψης της εξουσίας.
Ο Λένιν πρότεινε δύο μικρά ψηφίσματα για την ειρήνη και την γη που έγιναν ομόφωνα αποδεκτά από το Συνέδριο. το οποίο επίσης εξέλεξε και μια νέα κεντρική εξουσία, που την ονόμασαν «Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων», για να αποφύγουν την αστική υπουργική διάλεκτο. Και η εξουσία ήταν στα χέρια του εργαζόμενου λαού.
Ένας νέος Οκτώβρης
Σήμερα, οχτώ δεκαετίες αργότερα, το φιλμ της ιστορίας φαίνεται να παίζεται αντίστροφα. Η σοβιετική εργατική τάξη έχει πληρώσει ένα τρομερό τίμημα για τα εγκλήματα του σταλινισμού. Η κατάρρευση του γραφειοκρατικού καθεστώτος αποτέλεσε το προοίμιο της προσπάθειας για την επιστροφή στον καπιταλισμό.
Παρ' όλα αυτά, όπως ο Λένιν συνήθιζε να λέει, «η ιστορία γνωρίζει όλων των ειδών τις μεταμορφώσεις» . Στο δρόμο του καπιταλισμού δεν υπάρχει μέλλον για την εργατική τάξη. Πάνω στη βάση της εμπειρίας τους, οι εργάτες της πρώην ΕΣΣΔ θα καταλάβουν αυτό το γεγονός.
Θα ανακαλύψουν ξανά τις παλιές ιδέες, το ξεχασμένο πρόγραμμα και τις επαναστατικές τους παραδόσεις. Θα μπει η βάση για μια νέα εκδοχή της Οκτωβριανής Επανάστασης, σε μια ποιοτικά ανώτερη βάση, όχι μόνο στην πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.